Γιατί ο Ερντογάν «φλερτάρει» με τους BRICS: Κίνηση τακτικής ή σανίδα σωτηρίας;

Κυριακή, 8/9/2024 - 13:35
Ερντογάν BRICS

Κίνηση τακτικής ή σανίδα σωτήριας; Αυτό είναι το ερώτημα που βρίσκεται στο επίκεντρο διεθνών αναλυτών, ως προς την ενέργεια της Τουρκίας να στραφεί προς τους BRICS.

Ο παρατηρητής τις ιστορίας θα προτάξει πως ανέκαθεν η τουρκική πολιτική αρέσκετο στο να «φλερτάρει» και με τους δυο άξονες ισχύος, ωστόσο, η παρούσα χρονική συγκυρία, ενδέχεται να κρύβει βαθύτερες φιλοδοξίες.

Η και επισήμως εκπεφρασμένη πρόθεση της Τουρκίας να ενταχθεί σε έναν Οργανισμό με πρωτοστάτες την Κίνα και τη Ρωσία, έχει θορυβήσει τη Δύση, ωστόσο στην όλη εξίσωση, πρέπει να προστεθεί άλλη μια μέρα παράμετρος. Έρχεται λίγες μόλις ημέρες μετά την παρουσία του Τούρκου Υπουργού Εξωτερικών σε Σύνοδο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εκεί όπου βρέθηκε με το «οκ» της Λευκωσίας.

Τι είναι όμως οι BRICS, πως ερμηνεύεται η κίνηση της Άγκυρας και πόσο αυτή μπορεί να επηρεάσει τις Ευρωτουρκικές και Αμερικανοτουρκικές σχέσεις; Το AlphaNews.Live επικοινώνησε με τον Αναπληρωτή Καθηγητή Διεθνών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, Μιχάλη Κοντό, ο οποίος εκτιμά πως σε κάθε περίπτωση, ο Ερντογάν θέλει να στείλει μήνυμα με αποδέκτες...τους πάντες.

Τι είναι οι BRICS και γιατί δεν τους βλέπει με θετικό μάτι η Δύση;

Πρόκειται για έναν οργανισμό τον οποίο ίδρυσαν η Βραζιλία, η Ρωσία, η Ινδία, η Κίνα και η Νότιος Αφρική, εξ ου και το ακρώνυμο. Στόχος του είναι να προωθήσει εναλλακτικές μορφές διεθνούς οικονομικής διασύνδεσης και προώθησης των αναπτυσσόμενων οικονομιών, πέραν της υφιστάμενης αμερικανο-κεντρικής διεθνούς οικονομικής τάξης. Για παράδειγμα, το 2014 οι χώρες-μέλη του BRICS ίδρυσαν τη λεγόμενη Νέα Τράπεζα Ανάπτυξης, η οποία μέχρι το 2022 είχε παράσχει σε αναπτυσσόμενες χώρες δάνεια ύψους 32 δισεκατομμυρίων δολαρίων για αναπτυξιακά έργα. Ως εκ τούτου, φιλοδοξεί να εδραιωθεί ως μια εναλλακτική επιλογή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και της Παγκόσμιας Τράπεζας, όπου βασικός μέτοχος και χρηματοδότης είναι οι ΗΠΑ, άρα οι πολιτικές τους ελέγχονται από την Ουάσιγκτον. Επίσης, το ΔΝΤ και η ΠΤ συνοδεύουν τις δανειοδοτήσεις τους με το μαστίγιο της οικονομικής και πολιτικής προσαρμογής των δανειοδοτούμενων με βάση τις φιλελεύθερες, δυτικού τύπου συνταγές, γεγονός που καθιστά συχνά την καταβολή των δανειακών δόσεων ιδιαίτερα επαχθή και τα κράτη αυτά. Πέραν της αναπτυξιακής χρηματοδότησης, τα κράτη του BRICS (τουλάχιστον κάποια από αυτά) φιλοδοξούν να συμβάλουν στην απο-δολαριοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, κάτι που θα αποδυνάμωνε ακόμη περισσότερο τους αμερικανικούς μοχλούς πίεσης.

Πως ερμηνεύεται η κίνηση της Τουρκίας να εκφράσει πρόθεση ένταξης, και ειδικά αυτή την στιγμή; Μπορεί να συσχετιστεί με τα αποτελέσματα της προ ημερών παρουσίας Φιντάν στην Άτυπη Σύνοδο των Ευρωπαίων Υπουργών Εξωτερικών;

Το Δεκέμβριο του 2023 ο οργανισμός ανακοίνωσε την μετατροπή του σε BRICS+, με την ένταξη έξι νέων κρατών: της Αιγύπτου, της Σαουδικής Αραβίας, της Αργεντινής, της Αιθιοπίας, του Ιράν και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων. Στην πορεία η Αργεντινή απέσυρε τη συμμετοχή της, ενώ και η Σαουδική Αραβία φάνηκε να αμφιταλαντεύεται. Σε κάθε περίπτωση όμως έχουμε πλέον μια σαφή πρόθεση του οργανισμού να επεκταθεί εντάσσοντας και άλλες αναπτυσσόμενες οικονομίες με ισχυρή προοπτική. Η Τουρκία ταιριάζει με αυτό το προφίλ. Από την πλευρά της Άγκυρας, το BRICS αποτελεί μια πιθανή εναλλακτική οδό χρηματοδότησης, ίσως προτιμότερο από το ΔΝΤ, την οποία έχει ανάγκη η ασταθής τουρκική οικονομία. Επιπλέον, φαίνεται να επιδιώκει την εξισορρόπηση της πρόσφατης επανεκκίνησης του διαλόγου Τουρκίας-ΕΕ, στέλνοντας μηνύματα προς την Κίνα και τη Ρωσία ότι η εξέλιξη αυτή δε σημαίνει και την επιστροφή της Τουρκίας στο "δυτικό μαντρί". Αυτό αποτελεί άλλωστε εδραιωμένη πλέον αρχή της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, η οποία αναπτύσσει τη δική της ατζέντα πέραν των δυτικών δεσμεύσεων της χώρας και, μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η (οικονομική κυρίως) ευθυγράμμιση με την Κίνα θεωρείται πολύ σημαντική. 

Πρόκειται για κίνηση τακτικής προς τη Δύση ή κίνηση ουσίας προς αλλαγή πορείας;

Όπως έχω ήδη αναφέρει, στο BRICS έχουν ενταχθεί αρκετά κράτη με τα οποία οι ΗΠΑ διατηρούν προνομιακές σχέσεις, όπως για παράδειγμα η Σαουδική Αραβία και τα ΗΑΕ. Επιπλέον η Ινδία, ιδρυτικό μέλος του BRICS, συμμετέχει ταυτόχρονα και στον συνεταιρισμό Quad, ο οποίος καθοδηγείται από τις ΗΠΑ και εξελίσσεται σε στρατηγικό αντίβαρο προς την κινεζική επιρροή στον Ασιατικό Ειρηνικό. Συνεπώς, η συμμετοχή στο BRICS από μόνη της δεν εξυπακούεται και ριζική αλλαγή πορείας. Εν τούτοις, η Τουρκία είναι το πρώτο κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ και υποψήφια για ένταξη στην ΕΕ χώρα που εντάσσεται σε αυτό τον οργανισμό. Το γεγονός αυτό δημιουργεί πολιτικά και ηθικά ζητήματα, κυρίως σε ό,τι έχει να κάνει με το ΝΑΤΟ. Επαναλαμβάνω όμως, θεσμικά εμπόδια δεν υπάρχουν.

Πρέπει να αναμένεται ουσιαστική αντίδραση από ΗΠΑ και ΕΕ;

Τα τελευταία χρόνια, κυρίως μετά το 2017, οι ΗΠΑ συμμετέχουν ολοένα και περισσότερο σε ένα παιχνίδι εξισορρόπησης της κινεζικής και της ρωσικής επιρροής διεθνώς, το οποίο θυμίζει αρκετά την πολιτική των μεγάλων δυνάμεων της περιόδου του Ψυχρού Πολέμου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, επιδιώκουν την παρεμπόδιση της επέκτασης της επιρροής των δύο αυτών χωρών με όλα τα διαθέσιμα μέσα, κυρίως όμως μέσω της αντιστάθμισης των ενεργειών τους σε επίπεδο διεθνούς οικονομίας και συνεργασιών. Για παράδειγμα, το Σεπτέμβριο του 2023 οι ΗΠΑ και η Ινδία είχαν ανακοινώσει ένα πρόγραμμα χρηματοδότησης υποδομών που θα διευκόλυνε τις εμπορικές ροές στην Ευρώπη μέσω Μέσης Ανατολής, κάτι που χαρακτηρίζεται ως αντιστάθμιση του κινέζικου Δρόμου του Μεταξιού, του γνωστού BRI. Σε σχέση με την Τουρκία είναι χαρακτηριστική η αντίδραση των ΗΠΑ στην αγορά των ρωσικών πυραύλων S-400. Σε αυτό το παιχνίδι εξισορρόπησης συμμετέχει συχνά και η ΕΕ, κυρίως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Κατά συνέπεια, θα πρέπει να αναμένουμε κάποιας μορφής αντίδραση ή προσπάθεια αντιστάθμισης. Επειδή όμως η ένταξη σε διεθνείς οργανισμούς αποτελεί κυριαρχικό δικαίωμα του κάθε κράτους, δεν αναμένεται να υπάρξει ανοικτή φιλονικία ή λήψη μέτρων κατά της Τουρκίας. Κατά πάσα πιθανότητα θα αξιοποιηθεί η διπλωματική οδός, κάτι που θα επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την αμερικανο-τουρκική και ευρω-τουρκική ατζέντα με άλλο ένα δύσκολο ζήτημα προς διαχείριση.