Τι σημαίνει για την Κύπρο η νομιμοποίηση των γάμων ομοφύλων στην Ελλάδα;

Κυριακή, 18/2/2024 - 12:21

Τι σημαίνει για την κυπριακή κοινωνία η νομιμοποίηση των γάμων ομόφυλων ζευγαριών στην Ελλάδα; Πως επηρεάζεται η χώρα μας και ποιο αντίκτυπο έχει στην ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα στην Κύπρο; Είναι η στιγμή να ανοιχτεί αυτή η συζήτηση και στο νησί μας;

Απαντήσεις σε όλα αυτά τα ερωτήματα δίνει η Κοινωνιολόγος στο Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου Μαρία Αγγελή.

Γιατί είναι ιστορική η ψήφιση του νομοσχεδίου που νομιμοποιεί τους γάμους ομόφυλων ζευγαριών στην Ελλάδα; Πώς σχολιάζετε την απόφαση;

Η ψήφιση του νομοσχεδίου «Ισότητα στον Πολιτικό Γάμο» αποτελεί όντως μία ιστορική στιγμή για την Ελλάδα. Πρόκειται για μία απόφαση ορόσημο, η οποία δικαίως εορτάζεται πανηγυρικά. Η Ελληνική Δημοκρατία αναγνωρίζει πλέον ρητά την επέκταση της δυνατότητας σύναψης γάμου και σε πρόσωπα του ιδίου φύλου. Με τις τροποποιήσεις που προβλέπονται στο νομοσχέδιο, ο Αστικός Κώδικας παίρνει σαφή θέση κατά των διακρίσεων εναντίον των ομόφυλων σχέσεων, καθώς αναγνωρίζει επισήμως τα δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών και των οικογενειών τους. Η εφαρμογή της συγκεκριμένης νομοθεσίας αναμένεται να έχει θετική επίδραση στις ζωές πολλών ανθρώπων. Μεταξύ άλλων, ο νόμος προνοεί ότι σε περίπτωση που ομόφυλα ζευγάρια έχουν τελέσει γάμο στο εξωτερικό, ο γάμος τους αποκτά επιτέλους ισχύ και στην Ελλάδα. Αυτό θέτει τέρμα στην παράλογη κατάσταση που υπήρχε μέχρι σήμερα, όπου ένα ζευγάρι μπορεί να ήταν την ίδια στιγμή έγγαμο λ.χ.  στη Γερμανία και άγαμο στην Ελλάδα. Επιπλέον, σε περιπτώσεις τεκνοθεσίας, η νομοθεσία αυτή διασφαλίζει την αναγνώριση και των δύο γονέων, προάγοντας το συμφέρον και την προστασία των παιδιών. Το νομοσχέδιο αυτό είναι αποτέλεσμα πολυετών αγώνων και κοινωνικών διεκδικήσεων της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, τόσο στην Ελλάδα όσο και διεθνώς. Αποτελεί ένα σημαντικό βήμα προς την ενίσχυση της κοινωνικής δικαιοσύνης και την προαγωγή της ισονομίας.

Εντοπίζετε κενά και παραλήψεις όσον αφορά θέματα που άπτονται άλλων κοινωνικών θεμάτων, όπως το ενδεχόμενο της εμπορίας και της καταπάτησης δικαιωμάτων γυναικών;

Υπάρχουν σίγουρα κενά και παραλήψεις. Το συγκεκριμένο νομοσχέδιο έχει προκαλέσει συζητήσεις για διάφορα θέματα, όπως για τη χρήση δυαδικών κατηγοριοποιήσεων, αφού εστιάζει μόνο στα ομόφυλα ζευγάρια και παραβλέπει τα άτομα τρανς, intersex και μη δυαδικά. Επιπλέον, η χρήση της λέξης «υιοθεσία» έχει δεχθεί κριτική για τον σεξιστικό της χαρακτήρα, προτείνοντας την λέξη «τεκνοθεσία» ως μια πιο δίκαιη και συμπεριληπτική εναλλακτική. Προσωπικά, αντιτίθεμαι σε κάθε είδους ανταγωνιστικές συζητήσεις γύρω από τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αξίζει να σημειωθεί ότι το φεμινιστικό κίνημα και οι ΛΟΑΤΚΙ οργανώσεις υποδέχονται θετικά αυτό το νομοσχέδιο. Γυναικείες οργανώσεις συμπαρατάσσονται εδώ και δεκαετίες με τις διεκδικήσεις της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας σε διεθνές επίπεδο. Αν και το νομοσχέδιο δεν ασχολείται άμεσα με την παρένθετη μητρότητα, έχει πυροδοτήσει σχετικές συζητήσεις, με κύριες ανησυχίες την εμπορευματοποίηση των γυναικείων σωμάτων και τον κίνδυνο εμπορίας γυναικών. Η θέση μας έχει εκφραστεί δημόσια στο Μεσογειακό Ινστιτούτο Μελετών Κοινωνικού Φύλου. Ωστόσο, πιστεύω ότι τώρα δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για μια εκτενή ανάλυση του θέματος.

Τι σημαίνει για την Κύπρο η νομιμοποίηση των γάμων ομοφύλων και πώς επηρεάζει την κυπριακή κοινωνία και αντίληψη;

Η ψήφιση του νομοσχεδίου για τον γάμο ομόφυλων ζευγαριών στην Ελλάδα αποτελεί μια ιστορική στιγμή, με απήχηση και στην κυπριακή κοινωνία. Η εξέλιξη αυτή πυροδότησε σημαντικές συζητήσεις και αναζωπύρωσε τη διεκδίκηση του ίδιου δικαιώματος και στην Κύπρο. Υπάρχουν ελπίδες ότι η νομιμοποίηση στην Ελλάδα θα λειτουργήσει ως καταλύτης για την εισαγωγή αντίστοιχης νομοθεσίας στην Κύπρο. Η ύπαρξη ενός λειτουργικού προτύπου σε μια κοντινή χώρα δύναται να ασκήσει πίεση προς την κυπριακή κυβέρνηση και να εντείνει την κοινωνική πίεση για ίσα δικαιώματα. Η ΛΟΑΤΚΙ κοινότητα στην Κύπρο διεκδικεί εδώ και χρόνια το δικαίωμα στον γάμο. Η οργανωμένη δράση της, με πλήθος πολιτικών διεκδικήσεων, έχει φέρει το θέμα στο προσκήνιο. Η νομιμοποίηση στην Ελλάδα έρχεται να ενισχύσει τα επιχειρήματα της κοινότητας και να προσδώσει δυναμική στις διεκδικήσεις της. Μένει να φανεί εάν η ώθηση αυτή θα οδηγήσει σε ουσιαστικά αποτελέσματα στην Κύπρο.

Μπορεί να ανοιχτεί αυτή η συζήτηση στην Κύπρο; Είναι σε θέση η κυπριακή κοινωνία και κυρίως η κυπριακή πολιτική να κάνει αυτή τη συζήτηση;

Η κυπριακή κοινωνία, όπως κάθε κοινωνία, διαθέτει την εγγενή δυνατότητα για διαρκή βελτίωση. Η ύπαρξη ομοφοβικών απόψεων σε ένα μερίδιο του πληθυσμού, όπως και σε κάποιους πολιτικούς εκπροσώπους, δεν δύναται να επισκιάσει την ανάγκη για κοινωνική δικαιοσύνη. Οφείλουμε να εστιάσουμε στην ενίσχυση της ίσης μεταχείρισης και στην εξάλειψη των διακρίσεων, που αποτελούν θεμελιώδεις στόχους που αποτυπώνονται  τόσο σε Ευρωπαϊκές Οδηγίες όσο και στο κυπριακό νομικό πλαίσιο. Ο σεξουαλικός προσανατολισμός και η ταυτότητα φύλου προστατεύονται από το κυπριακό δίκαιο, ενώ η αρχή της απαγόρευσης των διακρίσεων είναι κατοχυρωμένη από την ίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας.

Κατά τη διάρκεια της συζήτησης και της ψήφισης του νομοσχεδίου ακούστηκαν διάφορες απόψεις, οι οποίες εγείρουν ανησυχίες στο ευρύ κοινό και ενδεχομένως να προκαλούν το αίσθημα της ανασφάλειας. Αξίζει τελικά να ανοίγουμε τέτοιες δύσκολες συζητήσεις;

Η σημασία της διεξαγωγής συζητήσεων για κοινωνικά δικαιώματα είναι αδιαμφισβήτητη. Oι ανησυχίες και τα αισθήματα ανασφάλειας δεν εντείνονται όταν φέρνουμε τα ζητήματα στην επιφάνεια. Αντίθετα, η σιωπή και η αποσιώπηση τροφοδοτούν το σκοτάδι και αφήνουν χώρο για την ανάπτυξη φόβων και προκαταλήψεων. Ανοίγοντας τέτοιες συζητήσεις, φέρνουμε στο φως τους αγώνες των ακτιβιστών και ακτιβιστριών, που αγωνίζονται συχνά ρισκάροντας ακόμα και τη ζωή τους, για δικαιώματα που για πολλούς και πολλές είναι δεδομένα και αυτονόητα. Επιπρόσθετα, η αποφυγή τέτοιων συζητήσεων διευκολύνει τη διάδοση ομοφοβικού και ακραίου λόγου χωρίς αντίλογο, ενώ επιτρέπει σε πολιτικά συμφέροντα να εκμεταλλεύονται τους κοινωνικούς φόβους και τις ανασφάλειες για να εξασφαλίσουν πολιτικά κέρδη. Η απουσία διαλόγου οδηγεί επίσης στην επικράτηση μιας απλουστευτικής προσέγγισης και της κουλτούρας της ακύρωσης, όπου η συζήτηση αντιμετωπίζεται περισσότερο ως σύνθημα ή μάρκετινγκ παρά ως ουσιαστικός διάλογος. Όταν αποτυγχάνουμε να ανοίγουμε τις συζητήσεις διεξοδικά συχνά αφήνουμε εκτός εκείνες και εκείνους που αντιμετωπίζουν πολλαπλές διακρίσεις. Επομένως, είναι ζωτικής σημασίας όχι μόνο να ανοίγουμε αλλά και να εμβαθύνουμε τις συζητήσεις, δημιουργώντας χώρο για όλες τις φωνές και εξετάζοντας όλες τις πτυχές. Τα ανθρώπινα δικαιώματα απειλούνται εντονότερα όταν παραμένουν στην αφάνεια ή όταν ο διάλογος είναι επιφανειακός, αφήνοντας περιθώρια για την εργαλειοποίησή τους αντί για την ουσιαστική και άνευ όρων διεκδίκησή τους.