Μόντριτς: Από την προσφυγιά στην καταξίωση

Δευτέρα, 29/3/2021 - 16:00
Μικρογραφία

Χωρίς αμφιβολία, πρόκειται για έναν από τους πλέον καταξιωμένους μέσους στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Το γεγονός ότι έγινε ο πρώτος παίκτης που «έσπασε» το δίπολο Μέσι-Ρονάλντο το 2018 στα βραβεία της Χρυσής Μπάλας, τα λέει όλα.

Ο Λούκα Μόντριτς δεν βρήκε τίποτα εύκολο στη ζωή του. Από τα πρώτα του βήματα, χρειάστηκε να κάνει τεράστιες θυσίες και υπεράνθρωπες προσπάθειες για να πετύχει ό,τι πέτυχε. Κόντρα στην Κύπρο, ο 35χρονος μέσος έγινε ο ρέκορντμαν συμμετοχών στην εθνική ομάδα της Κροατίας, φτάνοντας τις 135 και ξεπερνώντας τον Ντάριο Σρνα.

Προσφυγιά και πρώτα βήματα

Ο Μόντριτς είχε την ατυχία να γεννηθεί λίγα χρόνια πριν από τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Από μικρός αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το σπίτι του, ζώντας το μεγαλύτερο μέρος της παιδικής του ηλικίας σε ξενοδοχεία στην πόλη Ζάνταρ. Η οικογένειά του, μάλιστα, έζησε τον εφιάλτη, αφού ο παππούς του σημερινού άσου της Ρεάλ εκτελέστηκε από Σέρβους αντάρτες.

Το ποδόσφαιρο ήταν η μόνη διαφυγή για τον ίδιο. Στην αρχή, έπαιζε ποδόσφαιρο στους χώρους στάθμευσης των ξενοδοχείων που έμενε και το 1992 με την οικονομική βοήθεια του θείου του, γράφτηκε σε μια αθλητική ακαδημία.

Έχοντας ως ινδάλματα τους Ζβόνιμιρ Μπόμπαν και Φραντσέσκο Τότι, ο Μόντριτς άρχισε πλέον να παίζει μπάλα στην ομάδα της Ζάνταρ. Είχε φτάσει μάλιστα πολύ κοντά στο να υπογράψει στη Χάιντουκ, την πιο δυνατή ομάδα στην περιοχή της Δαλματίας, ωστόσο οι άνθρωποι του συλλόγου τον απέρριψαν λόγω της σωματοδομής του. Το γεγονός αυτό, αντί να του ρίξει την ψυχολογία, τον πείσμωσε κι έτσι το 2001 με τη βοήθεια του Τόμισλαβ Μπάσιτς, υπέγραψε στη Ντίναμο Ζάγκρεμπ σε ηλικία 16 ετών.

Κλήση στην εθνική

Οι άνθρωποι της ομοσπονδίας της χώρας είχαν στο μπλοκάκι τους τον Μόντριτς. Ο πρώτος προπονητής που τον κάλεσε ήταν ο -πρώην αμυντικός του Ολυμπιακού Πειραιώς- Μάρτιν Νοβοσέλατς για την Κ-15. Ωστόσο, δεν τον είχε στις βασικές του επιλογές, μέχρι που ο νεαρός τότε μέσος δούλεψε, δυνάμωσε και τελικά έπαιξε απευθείας βασικός στην Κ-18. Αργότερα, ο Νοβοσέλατς δήλωσε πως ο Μόντριτς αποτελεί το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα νεαρού ποδοσφαιριστή, καθώς η εξέλιξή του αποτελεί προϊόν σκληρής και ακατάπαυστης δουλειάς, σε συνδυασμό πάντα με το ταλέντο του.

Η «ενηλικίωση» στη Βοσνία

Οι άνθρωποι της Ντίναμο πίστευαν στο ταλέντο του Κροάτη μέσου, όμως ήθελαν να τον δουν να παίρνει χρόνο συμμετοχής. Έτσι, τον δάνεισε στη Ζρίνσκι Μόσταρ, σε μια ομάδα όπου ναι μεν αγωνίζεται στο πρωτάθλημα της Βοσνίας, αλλά ιδρύθηκε από Κροάτες που ζουν στην περιοχή. Εκεί κατάφερε να εξελιχθεί και να βάλει νέα στοιχεία στο παιχνίδι του, ενώ βγήκε και ο MVP του πρωταθλήματος σε ηλικία μόλις 18 ετών. «Όποιος παίξει στο πρωτάθλημα της Βοσνίας, μετά μπορεί να παίξει οπουδήποτε», είχε δηλώσει για την εμπειρία του στη χώρα.

Η άνοδος

Μετά τη Ζρίνσκι, ακολούθησε ο δανεισμός στην Ίντερ Ζάπρεζιτς, με την οποία τερμάτισε στη δεύτερη θέση, εξασφαλίζοντας εισιτήριο για το τότε Κύπελλο ΟΥΕΦΑ. Η επιστροφή στη Ντίναμο ήρθε το 2005, με τον Μόντριτς να υπογράφει 10ετές (!) συμβόλαιο. Μάλιστα, με τα χρήματα που κέρδισε από εκείνη τη συμφωνία, αγόρασε ένα διαμέρισμα στην οικογένειά του στο Ζάνταρ, καθώς το παλιό τους σπίτι είχε γκρεμιστεί στον πόλεμο. Έχοντας αφήσει εντελώς πίσω του τις δύσκολες στιγμές, ο Κροάτης άρχισε να ξεχωρίζει και στην ομάδα του Ζάγκρεμπ. Κάνοντας τρεις «γεμάτες» και εντυπωσιακές σεζόν σε εγχώριες κι ευρωπαϊκές διοργανώσεις, τράβηξε τα βλέμματα ομάδων όπως η Μπαρσελόνα, η Άρσεναλ και η Τσέλσι. Όμως, ο ίδιος τον Απρίλιο του 2008, επέλεξε την Τότεναμ.

Τραυματισμοί και επάνοδος

Ο Μόντριτς επέλεξε το «14» στη φανέλα του στα «σπιρούνια», καθότι ήταν μεγάλος θαυμαστής του Γιόχαν Κρόιφ. Ωστόσο, το ξεκίνημά του στο Βόρειο Λονδίνο δεν ήταν και το ιδανικότερο, καθώς το πρώτο διάστημα υπέφερε από τραυματισμούς στο γόνατο. Τα δε βρετανικά media κριτίκαραν την μεταγραφή του (που κόστισε περίπου 20 εκατομμύρια ευρώ), καθώς θεωρούσαν ότι ήταν πολύ soft για το επίπεδο της Πρέμιερ Λιγκ. «Μπορεί να μοιάζω ελαφρύς, όμως είμαι πολύ δυνατός σε πνευματικό και σωματικό επίπεδο, ποτέ δεν είχα θέμα με το μέγεθός μου», είχε αναφέρει σε μια συνέντευξή του.

Και πράγματι, μετά από λίγο διάστημα άρχισε να παίρνει τα πάνω του. Με την έλευση του Χάρι Ρέντναπ, ο Μόντριτς έπαιζε κυρίως ως αριστερός εσωτερικός μέσος σε σύστημα 4-3-3 και οι εμφανίσεις του ήταν ολοένα και καλύτερες.

Οι προτάσεις στα γραφεία της Τότεναμ για τον Κροάτη έπεφταν σαν βροχή. Η Τσέλσι προσέφερε περίπου 25 εκατομμύρια, τα οποία στη συνέχεια έγιναν 30, όμως ο Ντάνιελ Λέβι δεν μπήκε σε διαδικασία να διαπραγματευτεί την πώληση ενός σπουδαίου παίκτη σε μια ανταγωνίστρια ομάδα. Η Τσέλσι επέμενε, έφτασε το καλοκαίρι του 2011 να προσφέρει μέχρι και 43 εκατομμύρια, αλλά τα «σπιρούνια» ήταν ανένδοτα.

Ρεάλ και κορυφή

Ο Μόντριτς είχε καλή παρουσία στην Αγγλία, όμως αυτό που του έλειπε ήταν ένας τίτλος. Έτσι, το καλοκαίρι του 2012, δεν το σκέφτηκε και πολύ όταν ήρθε πρόταση από τη Ρεάλ Μαδρίτης. Με το «καλημέρα», ο Κροάτης ήταν βασικός στους «μερένγκες», ενώ στο πρώτο του παιχνίδι κατέκτησε το Σούπερ Καπ κόντρα στη Μπαρσελόνα. Τι ακολούθησαν; Τρία Τσάμπιονς Λιγκ, δύο πρωταθλήματα, ένα Κύπελλο, ακόμη δύο Σούπερ Καπ Ισπανίας, τρία Σούπερ Καπ Ευρώπης και τρία Παγκόσμια Κύπελλα Συλλόγων, ενώ σε ατομικό επίπεδο κατέκτησε μία Χρυσή Μπάλα, το 2018. Και η τροπαιοθήκη του ενδέχεται να μεγαλώσει κι άλλο.

Το «αντάρτικο» και ο τελικός

Στην εθνική Κροατίας δεν έχασε ποτέ τη θέση του, όμως παρά το ταλέντο που υπήρχε στην ομάδα, δεν υπήρξε κάποια σπουδαία διάκριση, παρά μόνο η πρόκριση στους «16» στο Euro της Γαλλίας. Στα προκριματικά του Μουντιάλ του 2018, ο Μόντριτς έγινε αρχηγός μετά την απόσυρση του Ντάριο Σρνα, με τους Κροάτες να αρχίζουν με θετικό τρόπο. Οι ήττες από Ισλανδία και Τουρκία, καθώς και η ισοπαλία κόντρα στη Φινλανδία, έφεραν ανησυχία στην ομάδα, καθώς υπήρχε ο κίνδυνος του αποκλεισμού. Τότε, ο άσος της Ρεάλ βγήκε δημόσια και ανέφερε ότι δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στον προπονητή, Άντε Τσάτσιτς. Αμέσως, η ομοσπονδία της χώρας τον αντικατέστησε με τον Ζλάτκο Ντάλιτς και το αποτέλεσμα είναι γνωστό: εμφατική πρόκριση στα μπαράζ επί της Ελλάδας και τελικός στο Μουντιάλ της Ρωσίας, με τον Μόντριτς να αναδεικνύεται ως ο κορυφαίος παίκτης του τουρνουά. Μπορεί να μην κέρδισε στον τελικό κόντρα στη Γαλλία, όμως όλος ο ποδοσφαιρικός πλανήτης υποκλίθηκε στο μεγαλείο του Κροάτη μέσου.