Τα μοτίβα του αίματος: Πώς οι κηλίδες σε μια σκηνή εγκλήματος δίνουν απαντήσεις

Σάββατο, 28/10/2023 - 12:26
x

Ένας καμβάς γεμάτος κρυφές απαντήσεις είναι σε κάθε περίπτωση η σκηνή ενός εγκλήματος. Από τις πιο ξεκάθαρες μέχρι τις πιο αινιγματικές υποθέσεις, τα στοιχεία που μένουν πίσω μετά τη διάπραξη μιας εγκληματικής ενέργειας, είναι αυτά που σε συνδυασμό με πολύτιμες μαρτυρίες, μπορούν να οδηγήσουν τις αρχές στον δράστη ή τους δράστες και εν τέλει στην εξιχνίασή της.

Στα βίαια εγκλήματα, και δη αυτά κατά της ζωής όπου το θύμα είναι νεκρό και συνεπώς δεν είναι σε θέση να μας πει τι ακριβώς του συνέβη, το αίμα του αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα στοιχεία καθοδήγησης των διωκτικών αρχών στο να διαπιστώσουν τι και πώς έγινε.

M

Βέβαια υπάρχουν και βίαια εγκλήματα στη σκηνή των οποίων απουσιάζει το στοιχείο του αίματος, όπως για παράδειγμα στις περιπτώσεις όπου το θύμα θανατώθηκε διά στραγγαλισμού. Σε όσα όμως διαπράχθηκαν έτσι που άφησαν πίσω τους αυτό το καθοριστικό στοιχείο από το θύμα, η μελέτη του μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στη διερεύνηση της υπόθεσης, ακόμη και στην εξιχνίασή της.

Αυτή η «τέχνη» της ανάγνωσης των μοτίβων αίματος στη σκηνή ενός εγκλήματος αποτελεί πλέον ξεχωριστό τμήμα ειδίκευσης του όλου δικανικού έργου που επιτελείται στο πλαίσιο της μελέτης σκηνής εγκλήματος (του γνωστού διεθνώς, CSI). Η συγκεκριμένη δικανική τεχνική επικράτησε να ονομάζεται «Bloodstain Pattern Analysis» (BPA) δηλαδή «Ανάλυση μοτίβων αίματος» και σκοπός της είναι να αναπαραστήσει τις ενέργειες που οδήγησαν στην αιματοχυσία (GFJC, 2013).

Δικανικοί εμπειρογνώμονες που έχουν εκπαιδευτεί πάνω στη συγκεκριμένη μέθοδο ανάλυσης, μελετούν επί τόπου τα ίχνη αίματος στη σκηνή ενός εγκλήματος στο πλαίσιο της αυτοψίας και εν συνεχεία συλλέγουν τις σχετικές φωτογραφίες και τις αναλύουν εργαστηριακά εις βάθος.

7

Βασικές αρχές και τα εργαλεία στα χέρια των ανακριτών

Η BPA χρησιμοποιεί αρχές της βιολογίας (συμπεριφορά του αίματος), της φυσικής (συνοχή, τριχοειδική δράση και ταχύτητα) και των μαθηματικών (γεωμετρία, απόσταση και γωνία) για να βοηθήσει τους ερευνητές να απαντήσουν σε ερωτήσεις όπως:

  • Από πού προήλθε το αίμα;
  • Τι προκάλεσε τις πληγές;
  • Από ποια κατεύθυνση τραυματίστηκε το θύμα;
  • Πώς τοποθετήθηκαν το θύμα και ο δράστης;
  • Ποιες κινήσεις έγιναν μετά την αιματοχυσία;
  • Πόσοι πιθανοί δράστες ήταν παρόντες;
  • Τα αποδεικτικά στοιχεία για το αίμα υποστηρίζουν ή διαψεύδουν καταθέσεις μαρτύρων;

Μέσω της BPA μπορούν να συγκεντρωθούν πληροφορίες, όχι μόνο για το τι συνέβη, αλλά και για το τι δεν θα μπορούσε να έχει συμβεί. Αυτές οι πληροφορίες είναι ικανές να βοηθήσουν τους ανακριτές, να ανασκευάσουν το έγκλημα, να επιβεβαιώσουν καταθέσεις μαρτύρων και να συμπεριλάβουν ή να αποκλείσουν υπόπτους (GFJC, 2013).

FF

Περιορισμοί στην έρευνα

Ωστόσο, είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι η όλη τεχνική έχει και κάποια όρια που σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να λαμβάνονται υπόψη από τους αναλυτές, ώστε να μην οδηγούνται σε παραπλανητικά και λανθασμένα συμπεράσματα.

Αυτοί οι περιορισμοί έγκεινται στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη μέθοδος δεν απαντά, ούτε εξάγει συμπεράσματα για το έγκλημα που διαπράχθηκε εν όλω, αλλά σχηματοποιεί με εύλογη βεβαιότητα και με βάση τις μετρήσεις και τη συμπεριφορά του αίματος επιστημονικά, τα γεγονότα που έλαβαν χώρα και που οδήγησαν στα μοτίβα αίματος που βρέθηκαν στη σκηνή.

4

Ο λόγος που οι δυνατότητες της BPA φτάνουν μέχρι ενός σημείου, είναι γιατί σε κάθε υπόθεση παρουσιάζονται άγνωστες μεταβλητές που είναι αδύνατο να υπολογιστούν μέσω αυτής. Για παράδειγμα, ο αναλυτής μοτίβων αίματος δεν μπορεί να πει εάν ένας δράστης ήταν νέος ή μεγαλύτερος ή εάν μια επίθεση ήταν προγραμματισμένη ή αυθόρμητη, ούτε αν τα ναρκωτικά ή το αλκοόλ επηρέασαν τον δράστη (εκτός κι αν άφησε και δικό του ίχνος αίματος στη σκηνή ή άλλα βιολογικά υγρά).

Συχνά, πάντως, τα αποτελέσματα που προκύπτουν από την BPA χρησιμοποιούνται για να υποστηρίξουν ή να επιβεβαιώσουν τα ευρήματα άλλων δικανικών κλάδων που μελετούν μία υπόθεση (GFJC, 2013).

6

Η αρχή

Η πρώτη καταγεγραμμένη μελέτη μοτίβων αίματος έρχεται από το μακρινό 1895 και τον Δρ Eduard Piotrowski του Πανεπιστημίου της Κρακοβίας στην Πολωνία. Ο τίτλος της έρευνας που δημοσίευσε ήταν: "Σχετικά με την προέλευση, το σχήμα, την κατεύθυνση και την κατανομή των κηλίδων αίματος μετά από πληγές στο κεφάλι που προκαλούνται από χτυπήματα". Για την ολοκλήρωσή της μάλιστα, ο Piotrowski διεξήγαγε πειράματα χρησιμοποιώντας ζωντανά κουνέλια (Gupta, 2017), κάτι που φυσικά σήμερα σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτό.

Αυτή πάντως η πρώιμη έρευνα, αν και βάρβαρη, επηρέασε πρωτοπόρους ερευνητές σε Γερμανία και Γαλλία στις αρχές του 20ού αιώνα, όπως τους Δρ. Paul Jeserich και Dr. Victor Balthazard.

DD

Έχουν περάσει πάνω από 130 χρόνια από τα πρώτα πειράματα του Piotrowski και η BPA πλέον έχει εξελιχθεί και συνεχίζει - με τη βοήθεια και της τεχνολογικής ανάπτυξης - να εξελίσσεται και να τελειοποιείται.

Η εξέλιξη

Το 1957, το Ανώτατο Δικαστήριο της Καλιφόρνια έγινε το πρώτο αμερικανικό δικαστήριο που δέχτηκε τη μαρτυρία εμπειρογνωμόνων αναλυτών κηλίδων αίματος, κάνοντας δεκτό ως αποδεικτικό στοιχείο την μαρτυρία του Paul L. Kirk, καθηγητή βιοχημείας και εγκληματολογίας.

Ωστόσο, η ανάλυση προτύπων κηλίδων αίματος θα αρχίσει να χρησιμοποιείται ευρέως μετά και την προώθησή της από τον Herbert Leon MacDonell, ο οποίος ερεύνησε κηλίδες αίματος λαμβάνοντας επιχορήγηση γι’ αυτό από το Υπουργείο Δικαιοσύνης των Ηνωμένων Πολιτειών που δημοσίευσε επίσης την έρευνά του στο βιβλίο "Flight Characteristics and Stain Patterns of Human Blood" (1971). Ο MacDonell κατέθεσε στο δικαστήριο πολλές φορές ως ειδικός στην ανάλυση κηλίδων αίματος και το νομικό προηγούμενο που δημιουργήθηκε από αυτές τις υποθέσεις οδήγησε στην ευρεία χρήση της μεθόδου στα αμερικανικά δικαστήρια. Το πρώτο επίσημο εκπαιδευτικό σεμινάριο της BPA δόθηκε από τον MacDonell το 1973 στο Τζάκσον του Μισισιπή.

Το 1983, ιδρύθηκε η Διεθνής Ένωση Αναλυτών Προτύπων Κηλίδων Αίματος από μια ομάδα αναλυτών κηλίδων αίματος για να βοηθήσει στην ανάπτυξη του αναδυόμενου ερευνητικού πεδίου.

Η αινιγματική υπόθεση Sheppard

Ορόσημο στις ΗΠΑ για την εφαρμογή της BPA και τη χρήση της σε επίπεδο αποδείξεων, αποτέλεσε η υπόθεση «Samuel Sheppard» στα μέσα της δεκαετίας του ’50.

Ξημερώματα της 4ης Ιουλίου του 1954, στο Bay Village, ένα προάστιο του Cleveland στο Ohio, η Marilyn Sheppard χτυπήθηκε μέχρι θανάτου στο κρεβάτι της με ένα άγνωστο όργανο. Η κρεβατοκάμαρα ήταν γεμάτη αίματα, ενώ σταγόνες  βρέθηκαν και στο πάτωμα του υπόλοιπου σπιτιού. Επίσης διαπιστώθηκε πως ένα ρολόι χειρός, το μπρελόκ και ένα δαχτυλίδι του συζύγου της, Samuel Sheppard, είχαν κλαπεί. Λίγο αργότερα τα κλοπιμαία βρέθηκαν μέσα σε μια πάνινη τσάντα σε κάποιο θάμνο πίσω από το σπίτι (Colin, 2003).

Ο σύζυγος του θύματος είχε πει στην αστυνομία ότι τον είχε πάρει ο ύπνος στον καναπέ του σαλονιού και κάποια στιγμή ξύπνησε από το κλάμα της γυναίκας του. Έτρεξε στον επάνω όροφο και είδε έναν άνδρα στην κρεβατοκάμαρα. Συνεπλάκησαν και μετά από χτύπημα που του κατάφερε ο άγνωστος, ο Sheppard έπεσε αναίσθητος. Όταν ξύπνησε, διαπίστωσε ότι η σύζυγός του ήταν νεκρή, έτρεξε στο δωμάτιο του 7χρονου γιου του και τον βρήκε να κοιμάται. Στη συνέχεια κατέβηκε κάτω και είδε τον άγνωστο εισβολέα να φεύγει από το σπίτι. Έτρεξε πίσω του και πιάστηκαν ξανά στα χέρια, με αποτέλεσμα ο άγνωστος να τον χτυπήσει και να τον αφήσει και πάλι αναίσθητο. Όταν συνήλθε, γύρω στις 5:40 π.μ., τηλεφώνησε αναστατωμένος σ’ έναν γείτονά του παρακαλώντας τον να πάει στο σπίτι. Όταν έφτασαν ο γείτονας και η γυναίκα του, ο Sheppard βρέθηκε χωρίς πουκάμισο και το παντελόνι του ήταν λερωμένο με αίμα (Neff, 2001).

Το έγκλημα, όπως ήταν φυσικό, σόκαρε την τοπική κοινωνία και τράβηξε αμέσως την προσοχή των ΜΜΕ. Η πίεση της κοινής γνώμης που διψούσε για δικαιοσύνη, σε συνδυασμό με την αποκάλυψη της εξωσυζυγικής σχέσης που διατηρούσε ο Samuel Sheppard με κάποια συνάδελφό του, τον οδήγησαν τελικά στο εδώλιο του κατηγορουμένου. Το δικαστήριο τον έκρινε ένοχο για φόνο δεύτερου βαθμού (Warnes, 2004) και τον καταδίκασε σε ισόβια κάθειρξη (DeSario&Mason, 2003).

3

Μετά από έναν πολυετή αγώνα εφέσεων, ο δικηγόρος του Sheppard πέτυχε την ακύρωση της πρωτόδικης καταδικαστικής απόφασης και την έκδοση διαταγής για επανάληψη της δίκης. Η νέα αυτή δίκη έκρινε τον Samuel Sheppard αθώο και του χάρισε την ελευθερία του μετά από 12 έτη εγκλεισμού στη φυλακή.

Καθοριστική για την αθώωσή του ήταν η κατάθεση του εμπειρογνώμονα Paul Kirk (Douglas, 2017), ο οποίος από την μελέτη του αίματος στη σκηνή του εγκλήματος, κατέληξε σε συμπεράσματα σε σχέση με τις θέσεις δράστη και θύματος, καθώς και στο ότι ο δράστης χτύπησε το θύμα με το αριστερό του χέρι, ενώ ο Sheppard ήταν δεξιόχειρας (Freeman&McManus, 2022). Ο Kirk σημείωνε επίσης τον εντοπισμό μιας κηλίδας αίματος πάνω στην ντουλάπα του υπνοδωματίου, η οποία όπως αποδείχθηκε, δεν ανήκε ούτε στο θύμα, ούτε στον σύζυγό της (McCarthy, 2023).

Στην Κύπρο ωστόσο, σύμφωνα με πληροφορίες μας, για την ώρα η συγκεκριμένη μέθοδος δεν χρησιμοποιείται από την Κυπριακή Αστυνομία όταν καλείται να διερευνήσει και να εξιχνιάσει ένα έγκλημα, εν αντιθέσει με Ευρώπη και Αμερική όπου  είναι ιδιαίτερα διαδεδομένη στον χώρο των δικανικών επιστημών.

Φωτογραφίες: forensicsciencesimplified.org, ID, howstuffworks.com