Το μακελειό του Στροβόλου μ' ένα G3 κι ο μοναδικός επιζών της απόλυτης φρίκης

Σάββατο, 16/9/2023 - 10:19
Κ

Ήξερα από πριν πως αυτή θα ήταν μια συνέντευξη διαφορετική από τις άλλες. Και στο παρελθόν είχα την ευκαιρία να κάτσω στο ίδιο τραπέζι με θύματα εγκλημάτων και να ακούσω την μαρτυρία τους. Ποτέ όμως δεν μίλησα με το θύμα ενός τέτοιου εγκλήματος.

Όσο τον περίμενα σκεπτόμουν πως στην καλύτερη περίπτωση θα συναντούσα έναν άνθρωπο κουμπωμένο, διστακτικό και απρόθυμο να αφηγηθεί με άνεση και λεπτομέρεια τα όσα βίωσε. Εγώ πάντως στη θέση του, ξέρω πως έτσι θα ήμουν.

Από το πρώτο κιόλας λεπτό με διέψευσε. Απέναντί μου είδα έναν νεαρό άνδρα γεμάτο όνειρα και όρεξη για ζωή… τα πρόδιδε το ανεπιτήδευτο και γενναιόδωρο χαμόγελό του.

Το 14χρονο παιδί, που τότε είχε βιώσει την απόλυτη φρίκη, σήμερα στα 23 του έχει διαλέξει το μονοπάτι της αισιοδοξίας, ίσως… και της συγχώρεσης.

Καθίσαμε σ’ έναν καναπέ και γρήγορα άρχισε να μου διηγείται την ιστορία του κάνοντας αρχή από την μέρα που άλλαξε για πάντα τη ζωή του.

f

Ήταν η τελευταία πράξη ενός δράματος που μετρούσε 14 χρόνια, όσα και η ηλικία του Κλεόπα Κουλουμά μέχρι τη στιγμή που ο πατέρας του εκτέλεσε εν ψυχρώ την μητέρα του και την αδελφή του και τραυμάτισε τον ίδιο κρίσιμα πριν στρέψει το όπλο στον εαυτό του και αυτοκτονήσει.

«Απόγευμα στις 18 Ιουνίου 2014, φτάσαμε έξω από το πατρικό του πατέρα μου και παρκάραμε πίσω από το αυτοκίνητό του. Κατεβήκαμε κάτω μαζί με την αδελφή μου και πήγαμε προς το μέρος του. Στεκόταν έξω από το σπίτι. Πλησίασε μου πέταξε τα κλειδιά του αυτοκινήτου και μου είπε να το ξεκλειδώσω. Παραξενεύτηκα. Το ξεκλείδωσα και εκείνος άνοιξε την πίσω πόρτα και τον βλέπω να παίρνει από την μαξιλάρα το G3.

Κρατούσα την μικρή μου αδελφή σφιχτά από το χέρι. Πήγε και έστησε το όπλο μπροστά στο καπό του οχήματος της μητέρας μου, που ακόμη βρισκόταν στη θέση του οδηγού, και της έριξε δύο πυροβολισμούς πετυχαίνοντας την στο κεφάλι.

Αυθόρμητα η αδελφή μου, άφησε το χέρι μου και έτρεξε προς το μέρος της μητέρας μας, έστρεψε το όπλο πάνω της και η πρώτη σφαίρα την πέτυχε στο χέρι αμυντικά. Η Αντωνία έπεσε κάτω και εκείνος πήγε από πάνω της και της έριξε ακόμη μία σφαίρα στο κεφάλι. Εγώ προσπαθούσα να τον σταματήσω, τον τραβούσα, του φώναζα. Όταν κατάλαβα ότι είμαι ο επόμενος άρχισα να τρέχω και να φωνάζω βοήθεια.

Με πυροβόλησε δύο φορές. Η πρώτη σφαίρα με πέτυχε στο πόδι, αλλά ήταν τόση η αδρεναλίνη που ούτε το ένιωσα. Η δεύτερη με πέτυχε ψηλά στο χέρι κοντά στο λαιμό, λίγα χιλιοστά από την καρωτίδα. Έπεσα κάτω και εκείνη τη στιγμή το αίσθημα επιβίωσης με έκανε να πάρω μια ανάσα, να κλείσω τα μάτια και να παριστάνω τον πεθαμένο. Ήρθε από πάνω μου, μου έδωσε μια κλωτσιά να βεβαιωθεί ότι είμαι νεκρός, κρατήθηκα και δεν αντέδρασα. Τότε στάθηκε δίπλα μου έβαλε το όπλο κάτω από το πιγούνι του και αυτοκτόνησε»

Όλη η ζωή του Κλεόπα, μέχρι και τα 14 ήταν μέσα στην κακοποίηση. Όλα αυτά τα χρόνια, τα σημάδια στο σώμα και στην ψυχή του περνούσαν απαρατήρητα, ακόμη και από ανθρώπους που θεσμικά θα έπρεπε να τα είχαν προσέξει.

i

«Το ξύλο και η κακοποίηση ήταν καθημερινό φαινόμενο στο σπίτι. Σχεδόν κάθε μέρα πήγαινα στο σχολείο με σημάδια από χτυπήματα. Όταν με ρωτούσαν, απλά έλεγα ότι χτύπησα στο παιχνίδι. Κανένας δεν με ρώτησε ποτέ κάτι περισσότερο»

Η μητέρα του τρεις μήνες πριν το έγκλημα, είχε κάνει το γενναίο βήμα να πάρει τα παιδιά και να φύγει από το σπίτι, ζητώντας παράλληλα διαζύγιο.

4

Στο διάστημα αυτών των τριών μηνών και ενώ είχε ενημερώσει την αστυνομία για τα όσα βίωναν η ίδια και τα παιδιά της, ο εν διαστάσει σύζυγός της είχε μάθει πού έμεναν και τους παρακολουθούσε επίμονα. Ως έφεδρος μάλιστα, κατείχε στρατιωτικό τυφέκιο που δεν του αφαιρέθηκε ποτέ. Το συγκεκριμένο όπλο ήταν εκείνο που αφαίρεσε τη ζωή μάνας και κόρης και λίγο έλειψε να στοιχίσει τη ζωή και στον 14χρονο τότε Κλεόπα.

«Όταν φύγαμε και μετακομίσαμε σε ένα διαμέρισμα ήμασταν ευτυχισμένοι. Ήταν οι τρεις πιο ευτυχισμένοι μήνες της ζωής μας. Ωστόσο ο πατέρας μου, δεν ξέρω πώς, αλλά έμαθε πού μέναμε και καθημερινά ερχόταν και στεκόταν απ' έξω και μας παρακολουθούσε. Πάντως είχαμε λάβει μέτρα από την αρχή για να μην μας εντοπίσει, μέχρι που κάθε φορά που παρκάραμε ξεβίδωνα τις πινακίδες του αυτοκινήτου, για να μην τύχει και το δει και καταλάβει»

4

Παρά την ενημέρωση μέσω του δικηγόρου της μητέρας για την ύπαρξη βίας στο σπίτι, το δικαστήριο θεώρησε σκόπιμο τα παιδιά να μην διακόψουν την επικοινωνία με τον πατέρα τους και έτσι διέταξε εβδομαδιαίες επισκέψεις σε αυτόν.

«Το δικαστήριο είχε βγάλει διάταγμα να βλέπουμε τον πατέρα μας κάθε Τετάρτη και Σαββατοκύριακα, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν στη δικογραφία του αιτήματος διαζυγίου τα γεγονότα κακοποίησης που βιώναμε.

Εγώ δεν ήθελα να πάμε. Είχα κακό προαίσθημα για εκείνη την μέρα. Την προηγούμενη νύχτα είχα δει στον ύπνο μου ακριβώς ότι έγινε, ότι μας δολοφόνησε, αλλά αντί με όπλο, με μαχαίρι. Οδηγώντας η μητέρα μου προς το πατρικό σπίτι του πατέρα μου, της έλεγα ότι δεν θέλω να πάμε, αλλά μου έλεγε πως δεν γίνεται γιατί αν δεν πάμε, θα είναι παραβίαση του διατάγματος και μπορεί να πληρώσουμε πέναλτι και θα έχουμε άλλα προβλήματα»

"Εκείνη την μέρα μάλιστα ήταν η τελευταία για τα δημοτικά. Νωρίτερα πήγαμε και πήραμε την αδελφή μου. Ήταν ενθουσιασμένη γιατί κανονίζαμε να πάμε και οι τρεις ένα ταξίδι. Χαιρετήθηκε με τις συμμαθήτριές της και αλληλοευχήθηκαν καλές διακοπές. Για τους συμμαθητές της αδελφής μου θα ήταν η αρχή της ξεγνοιασιάς του καλοκαιριού, για εμάς εκείνη η μέρα ήταν το τέλος"

φ

Όσο τον άκουγα να μου μιλάει, αυθόρμητα καταλάβαινα πως εκείνο το αγόρι που τότε έπεσε θύμα του πατέρα του, στην πραγματικότητα δεν έπαψε ποτέ να είναι θύμα ενός τρύπιου συστήματος, που αν και όφειλε, απέτυχε να τον προστατέψει.

"ΕΓΚΛΗΜΑΤΙΚΑ" ΚΕΝΑ

Οπλοκατοχή

Ο Κλεόπας Κουλουμάς, η μητέρα του Μαργαρίτα και η αδελφή του Αντωνία, θύματα χρόνιας ενδοοικογενειακής βίας και κακοποίησης από τον ίδιο τους τον πατέρα, όταν πια αποφάσισαν να βάλουν ένα τέλος στην κόλασή τους, φεύγοντας μακριά από τον θύτη τους, βρέθηκαν εκτεθειμένοι και απροστάτευτοι μπροστά στο φονικό του μένος και την κάνη του όπλου που το ίδιο το κράτος του είχε παραχωρήσει, υπό την ιδιότητα του ως έφεδρος.

Το θέμα της οπλοκατοχής στην Κύπρο επανέρχεται κατά καιρούς - και συνήθως εξ αφορμής αιματηρών επεισοδίων - στην επιφάνεια, συζητείται, προβληματίζει, αλλά όπως έχει αποδείξει η ιστορία, ξεχνιέται όπως ξεχνιούνται όλα με την πάροδο του χρόνου.

9

Με βάση την κυπριακή νομοθεσία, απαγορεύεται να κατέχουν οπλισμό (είτε στρατιωτικό, είτε μη στρατιωτικό):

  • Άτομα κάτω των 18 ετών
  • Άτομα που έχουν απαλλαγεί από την υποχρέωση εκπλήρωσης των στρατιωτικών τους υποχρεώσεων ή έχουν τύχει αναβολής εκπλήρωσης των στρατιωτικών του υποχρεώσεων για λόγους ψυχικής υγείας,
  • Και άτομα στα οποία Δικαστήριο, σε περίπτωση καταδίκης για αδίκημα με βάση τον παρόντα Νόμο, έχει διατάξει όπως, επιπρόσθετα από οποιαδήποτε άλλη κύρωση, ο καταδικασθείς δεν δικαιούται να αποκτά, κατέχει ή χρησιμοποιεί οποιοδήποτε πυροβόλο όπλο ή μη πυροβόλο όπλο για συγκεκριμένη περίοδο

Για τη χώρα μας, εξαιτίας και της κατοχής, η στρατιωτική εφεδρεία είναι ιδιαίτερα ενισχυμένη. Οι άνδρες που ολοκληρώνουν τη στρατιωτική τους θητεία, μπαίνουν σε εφεδρεία και τους χορηγείται (με κάποιες μικρές εξαιρέσεις) οπλισμός και πυρομαχικά.

Σύμφωνα με πηγές του Υπουργείου Άμυνας, σήμερα τα 2/3 των εν ενεργεία εφέδρων κατέχουν στο σπίτι τους στρατιωτικό οπλισμό.

Κατά την παραλαβή των όπλων αυτών, οι έφεδροι ενημερώνονται σχετικά με τις διαδικασίες χρέωσης, φύλαξης, παράδοσης και μεταφοράς τους.

Μετά το 2014 και την οικογενειακή τραγωδία στον Στρόβολο, έγινε ένα βήμα μπροστά, με τη διαμόρφωση ενός συστήματος επικοινωνίας και ενημέρωσης μεταξύ Αστυνομίας-ΓΕΕΦ, αναφορικά με άτομα που απαγορεύεται να κατέχουν οπλισμό. Ταυτόχρονα, το Τμήμα Ψυχικής Υγείας του Υπουργείου Υγείας ενημερώνει το ΓΕΕΦ για τους νοσηλευθέντες με ψυχικά νοσήματα. Από την ενημέρωση αυτή και αφού γίνει επεξεργασία των δεδομένων, το ΓΕΕΦ μπορεί να χαρακτηρίσει εφέδρους «ΧΩΡΙΣ ΟΠΛΙΣΜΟ» και να εκδώσει διαταγή μετακίνησής τους στην υπόψη κατηγορία, αυθημερόν.

Στο ίδιο ρυθμιστικό πλαίσιο, κατόπιν αιτήματος της Αστυνομίας αποστέλλεται τυποποιημένο έντυπο από το ΓΕΕΦ για προβληματικούς πολίτες (σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, απειλής κτλ.) με τα ερωτήματα κατά πόσον είναι έφεδροι και αν έχουν χρεωμένο οπλισμό. Αυτός ο οπλισμός συνήθως παραλαμβάνεται από την αστυνομία και στη συνέχεια από την Μονάδα. Οι συγκεκριμένοι έφεδροι, αν στη συνέχεια δεν κατηγορηθούν από το δικαστήριο, δεν χαρακτηρίζονται ως «ΧΩΡΙΣ ΟΠΛΙΣΜΟ».

Σε ό,τι αφορά τα κυνηγετικά όπλα, η άδεια κατοχής τους εκδίδεται από την Αστυνομία, ενώ η άδεια κυνηγιού από την Υπηρεσία Θήρας.

Για την άδεια κατοχής όπλου απαιτείται όπως ο ενδιαφερόμενος είναι άνω των 18 ετών, έχει εκπληρώσει τις στρατιωτικές του υποχρεώσεις και έχει λευκό ποινικό μητρώο. Η άδεια αυτή δεν ανανεώνεται, αφού άπαξ και δοθεί, ισχύει εφ’ όρου ζωής.

Σύμφωνα με τον εκπρόσωπο τύπου της Υπηρεσίας Θήρας, Πέτρο Αναγιωτό περίπου 40.000 άτομα στην Κύπρο κατέχουν άδεια κυνηγιού, ενώ δεν υπάρχει περιορισμός για κάποιον που κατέχει άδεια οπλοκατοχής, να κατέχει περισσότερα του ενός κυνηγετικά όπλα.

Λαμβάνοντας υπόψη ότι αρκετοί κυνηγοί δεν περιορίζονται στην αγορά ενός μόνο κυνηγετικού, οι αριθμοί όπλων που κατέχονται αυτή τη στιγμή παγκυπρίως, ξεπερνούν τις 40.000.

9

Πάντως, τόσο στην περίπτωση των στρατιωτικών όπλων, όσο και στην περίπτωση των κυνηγετικών, αυτό που διαφαίνεται από τις ισχύουσες νομοθεσίες, είναι ότι απουσιάζει ένα ικανοποιητικό περιοδικό σύστημα ελέγχου, αναφορικά με την ψυχική υγεία των κατόχων τους.

Κάποιο πρόσωπο που έχοντας σώας τας φρένας στα 20 εξασφάλισε νόμιμα οπλισμό, δεν σημαίνει ότι θα εξακολουθήσει να είναι ψυχικά υγιής μετά από 5 ή 10 χρόνια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.

Μια σύντομη μελέτη στα στατιστικά της αστυνομίας, επιβεβαιώνει τον αντίκτυπο των σοβαρών κενών, αφού ακόμη και μετά το μακελειό του 2014, διαπράχθηκαν με τη χρήση στρατιωτικού ή κυνηγετικού όπλου άλλες 16 δολοφονίες (δύο μετά τις 18/06/2014, τρεις μέσα στο 2015, έξι μέσα στο 2016, μία μέσα στο 2017, μία μέσα στο 2018 και τρεις μέσα στο 2019), αλλά και αρκετές απόπειρες δολοφονιών.

Επιμέλεια τέκνων

Ωρολογιακή βόμβα κινδύνου για θύματα ενδοοικογενειακής βίας στην Κύπρο, αποτελεί και το «σκουριασμένο» νομικό καθεστώς σε επίπεδο οικογενειακού δικαίου, που επιμένει να βάζει πάνω απ’ όλα την ανάγκη επικοινωνίας του παιδιού και με τους δύο γονείς του, ακόμη κι αν ένας από αυτούς είναι θύτης τέτοιας βίας.

Μιλώντας με την επιστημονική Διευθύντρια του Συνδέσμου για την Πρόληψη και Αντιμετώπιση της Βίας στην Οικογένεια (ΣΠΑΒΟ) κ. Άντρη Ανδρονίκου, μάς ελέχθη ότι η Κύπρος αν και έχει προχωρήσει από το 2015 στην κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και της ενδοοικογενειακής βίας, γνωστή και ως Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης, εξακολουθεί να αγνοεί κάτι εξαιρετικά σημαντικό. Πρόκειται για το άρθρο 31 της Σύμβασης αυτής, σύμφωνα με το οποίο οι χώρες θα πρέπει να λάβουν όλα τα αναγκαία νομοθετικά ή άλλα μέτρα, προκειμένου να διασφαλιστεί ότι κατά τον καθορισμό της επιμέλειας και των δικαιωμάτων επίσκεψης των παιδιών, θα λαμβάνονται υπόψη τα κρούσματα βίας που καλύπτονται από το πεδίο εφαρμογής της Σύμβασης, ενώ παράλληλα θα πρέπει να διασφαλίζεται ότι η άσκηση οποιωνδήποτε δικαιωμάτων ή επιμέλειας δεν θα θίγει τα δικαιώματα και την προστασία του θύματος ή των παιδιών.

ΡΡΡ

Εν έτη 2023 και έχοντας κυρώσει τη Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης εδώ και 8 χρόνια, εξακολουθούμε, όπως μας είπε η κ. Ανδρονίκου, στον βωμό της αρχής του «βέλτιστου συμφέροντος» του παιδιού που θέλει την πάση θυσία διατήρηση της επαφής του και με τους δύο γονείς, να γυρίζουμε την πλάτη επιδεικτικά στην ανάγκη νομοθετικής μεταρρύθμισης του οικογενειακού δικαίου, υποχρεώνοντας ουσιαστικά τα θύματα να συνεχίζουν να έχουν επαφή με τον θύτη τους.

Αυτό φυσικά, όπως μάς εξήγησε η επιστημονική Διευθύντρια του ΣΠΑΒΟ, δίνει ακόμη ένα πλεονέκτημα στον δράστη ώστε να διαιωνίζει τη σωματική και συναισθηματική κακοποίηση παιδιών και γυναικών, αφού το χρησιμοποιεί ως μέσο απόλυτου ελέγχου, ικανού να οδηγήσει μέχρι και τη γυναικοκτονία ή την παιδοκτονία.

Στην περίπτωση της μαζικής δολοφονίας του Στροβόλου, ο πατέρας εκτέλεσε την οικογένειά του και τραυμάτισε κρίσιμα τον Κλεόπα, όταν η μητέρα στο πλαίσιο σχετικού δικαστικού διατάγματος μετέφερε τα παιδιά στον πατέρα τους για την καθιερωμένη τους επίσκεψη.

Σε έκθεση της GREVIO για την Κύπρο διατυπώνεται, πάντως, ανησυχία αναφορικά με την αύξηση της χρήσης από τα δικαστήρια της έννοιας του λεγόμενου «συνδρόμου γονικής αποξένωσης» σε περιπτώσεις ενδοοικογενειακής βίας, αλλά και των δυσκολιών που αντιμετωπίζονται στη διασφάλιση της ασφάλειας του θύματος (παιδιού/μητέρας) κατά την επίσκεψη με πατέρες που έχουν ασκήσει ενδοοικογενειακή βία.

Ε

Κατά την παρουσίαση συγκεντρωτικών στοιχείων για την Ενδοοικογενειακή και Έμφυλη Βία τον περασμένο Μάιο, ο ΣΠΑΒΟ όπως μας εξήγησε η κ. Ανδρονίκου είχε επισημάνει ότι:

1. Τα δικαστήρια τις περισσότερες φορές αγνοούν την ύπαρξη  καταγγελιών για ενδοοικογενειακή βία.

2. Οι δράστες μέσω των δικηγόρων τους όλο και περισσότερο επικαλούνται τη γονική αποξένωση ως μια επεκτατική μορφή ελέγχου και πρόσβασης στις γυναίκες-θύματα, αυξάνοντας την επικινδυνότητα της βίας.

3. Οι επαγγελματίες της πρόνοιας στοχεύουν κάποιες φορές στην κοινή επικοινωνία για το βέλτιστο συμφέρον των παιδιών, αγνοώντας τη σχέση δύναμης και εξουσίας στη λήψη αποφάσεων από τις μητέρες- θύματα.

4. Τα δικαστήρια εκδίδουν διατάγματα επικοινωνίας ακόμη και στις περιπτώσεις που οι γυναίκες και τα ανήλικα τους φιλοξενούνται σε καταφύγια λόγω ενδοοικογενειακής βίας, αγνοώντας τις επιπτώσεις της βίας ,τις στρατηγικές του δράστη και την επικινδυνότητα της βίας.

5. Οι επαγγελματίες της πρόνοιας και ενώ οι γυναίκες με τα ανήλικα τους φιλοξενούνται σε καταφύγια ενεργοποιούν διαδικασίες επικοινωνίας του δράστη με τα ανήλικα , υποχρεώνοντας τις κακοποιημένες γυναίκες να συνοδεύουν τα ανήλικα τους στον χώρο της επιβλεπόμενης επικοινωνίας, με ορατό το κίνδυνο ο δράστης να ακολουθήσει τη μητέρα και τους επαγγελματίες που τους συνοδεύουν και να εντοπίσει ακόμη και το καταφύγιο παρ΄ όλα τα μέτρα που μπορεί να λαμβάνονται.

6. Η Αστυνομία υπάρχουν περιπτώσεις που δεν εκδίδει περιοριστικά μέτρα άμεσα και η καθυστέρηση στην εκδίκαση των υποθέσεων ή και οι λανθασμένοι χειρισμοί, έχουν ως αποτέλεσμα τα θύματα να αποσύρουν την καταγγελία τους ή και να μην θέλουν να προβούν σε καταγγελία και συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές, με αποτέλεσμα να ενισχύεται η κοινή επιμέλεια και επικοινωνία.