Το 13,9% των ποδοσφαιριστών στην Κύπρο γνώριζαν ότι έπαιξαν σε στημένο φιλικό

Τρίτη, 14/12/2021 - 14:30
Μικρογραφία

Το 13,9% των ποδοσφαιριστών στην Κύπρο που έλαβαν μέρος σε συγκεκριμένη έρευνα, δήλωσαν ότι έπαιξαν σε φιλικό παιγνίδι που γνώριζαν ότι ήταν στημένο, ενώ το ποσοστό που γνώρισαν σε επίσημο παιγνίδι ανέρχεται στο 21,3%.

Αυτό καταδεικνύει έρευνα του Προγράμματος Combating Match Fixing in Club Football Non-Competitive Matches, τα αποτελέσματα της οποίας παρουσιάστηκαν σήμερα στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας.

Σύμφωνα με Δελτίο Τύπου, το κύριο συμπέρασμα που εξάγεται από την ερευνητική φάση των συνεντεύξεων είναι ότι, ενώ οι στημένοι αγώνες στις επίσημες διοργανώσεις είναι ρυθμισμένοι με νομοθεσία τουλάχιστον στις χώρες της Ευρώπης, για τα φιλικά παιγνίδια δεν υπάρχει καμία ρύθμιση.

Ως αποτέλεσμα, φαίνεται ότι πολλά φιλικά παιγνίδια είναι στημένα, ιδίως σε περιόδους που ομάδες επισκέπτονται κέντρα σε άλλες χώρες για σκοπούς προπόνησης. Η αγορά των στοιχημάτων όσον αφορά τους φιλικούς αγώνες, εδράζονται κυρίως σε χώρες της Ασίας και τα στοιχήματα συχνά προσφέρονται από μη αδειούχους πράκτορες στοιχημάτων. Οι αγώνες μεταδίδονται από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, ενώ ύποπτος φαίνεται να είναι ο ρόλος των ανιχνευτών ζωντανών δεδομένων. Οι συνθήκες αυτές είναι ιδανικές για εμπλοκή στη διαδικασία και εκμετάλλευση της από το οργανωμένο έγκλημα σε παγκόσμια κλίμακα, κάτι που απασχολεί έντονα την Interpol.

Στην ποσοτική έρευνα, οι ποδοσφαιριστές δηλώνουν ότι έπαιξαν σε φιλικό παιγνίδι που γνώριζαν ότι ήταν στημένο σε ποσοστό 13,5%, σε σύγκριση με 21,3% σε επίσημο παιγνίδι (13,9% και 20,6% αντιστοίχως για την Κύπρο). Παράλληλα 26,5% των ποδοσφαιριστών δήλωσε ότι είχε παίξει σε φιλικό παιγνίδι που υποψιαζόταν ότι ήταν στημένο σε σύγκριση με 42,2%  που έπαιξε σε επίσημο παιγνίδι που υποψιαζόταν ότι ήταν στημένο. Για την Κύπρο τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 25,3% για φιλικό παιγνίδι και 30,4% για επίσημο παιγνίδι.

Οι κύριες εισηγήσεις που έκανε η Ομάδα Έρευνας είναι: Πρώτον, η UEFA πρέπει να επιβάλει ρύθμιση όλων των φιλικών αγώνων σε όλα τα 55 μέλη της, που να περιλαμβάνουν λεπτομέρειες για όλους τους αγώνες, τους ποδοσφαιριστές, τους διαιτητές, τους πράκτορες αγώνων και την εμπλοκή εξωτερικών χορηγών.

Δεύτερο, τα ποδοσφαιρικά σωματεία θα πρέπει να επιμορφωθούν έτσι ώστε να αντιλαμβάνονται ότι το να μοιράζονται πληροφορίες για το παιγνίδι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και η ζωντανή μετάδοση των αγώνων από τα προπονητικά κέντρα, ή άλλα φιλικά παιγνίδια, μπορεί να οδηγήσει στην προσφορά των παιγνιδιών από αγορές στοιχημάτων.

Τρίτο, χρειάζεται περισσότερη ενημέρωση των ποδοσφαιριστών ότι το να στήνεις ένα φιλικό παιγνίδι, εξακολουθεί να είναι στήσιμο.

Η Έρευνα του προγράμματος επικεντρώθηκε σε συνεντεύξεις με εθνικούς συνδέσμους, πράκτορες στοιχημάτων, εταιρείες συλλογής δεδομένων και ρυθμιστές και σε ποσοτική έρευνα με πληθυσμό-στόχο τους ποδοσφαιριστές – μέλη των τριών Συνδέσμων Ποδοσφαιριστών (Κύπρου, Ελλάδας και Μάλτας).

Το κύριο συμπέρασμα που εξάγεται από την ερευνητική φάση των συνεντεύξεων είναι ότι, ενώ οι στημένοι αγώνες στις επίσημες διοργανώσεις είναι ρυθμισμένοι με νομοθεσία τουλάχιστον στις χώρες της Ευρώπης, για τα φιλικά παιγνίδια δεν υπάρχει καμία ρύθμιση. Ως αποτέλεσμα, φαίνεται ότι πολλά φιλικά παιγνίδια είναι στημένα, ιδίως σε περιόδους που ομάδες επισκέπτονται κέντρα σε άλλες χώρες για σκοπούς προπόνησης.

Η αγορά των στοιχημάτων όσον αφορά τους φιλικούς αγώνες, εδράζονται κυρίως σε χώρες της Ασίας και τα στοιχήματα συχνά προσφέρονται από μη αδειούχους πράκτορες στοιχημάτων. Οι αγώνες μεταδίδονται από τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, ενώ ύποπτος φαίνεται να είναι ο ρόλος των ανιχνευτών ζωντανών δεδομένων. Οι συνθήκες αυτές είναι ιδανικές για εμπλοκή στη διαδικασία και εκμετάλλευση της από το οργανωμένο έγκλημα σε παγκόσμια κλίμακα, κάτι που απασχολεί έντονα την Interpol.

Την εκδήλωση διοργάνωσε ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Ποδοσφαιριστών σε συνεργασία με το UNRF του Πανεπιστημίου Λευκωσίας. Η εκδήλωση αποτέλεσε συνέχεια της παρουσίασης των επίσημων αποτελεσμάτων του Προγράμματος την 1η Δεκεμβρίου στο συνέδριο «Prevention of Match Fixing”, που διοργάνωσε η Διεθνής Ένωση Ποδοσφαιριστών FIFPro στις εγκαταστάσεις της στο Άμστερνταμ.

Το πρόγραμμα συντονίζεται από το UNRF (University of Nicosia Foundation), ενώ εταίροι είναι ο Παγκύπριος Σύνδεσμος Ποδοσφαιριστών, το Centre Internationale d’Etude du Sports (CIES), ο International Betting Integrity Association (IBIA), η EU Athletes, ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Επαγγελματιών Ποδοσφαιριστών και ο Σύνδεσμος Ποδοσφαιριστών της Μάλτας. Εκ μέρους του UNRF κύριος συντονιστής είναι ο Βρετανός Αθλητικογράφος Steve Menary.