Από τη ρατσιστική επίθεση στη Σβετλάνα στο «είμαι στη χώρα μου, κάνω ό,τι θέλω»

Σάββατο, 23/7/2022 - 08:22
Μικρογραφία

Ήταν Οκτώβριος του 2019, όταν η κυπριακή κοινή γνώμη παρακολούθησε εμβρόντητη την ερασιτεχνική λήψη που έκανε τον γύρο των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, από το επεισόδιο λεκτικής και ρατσιστικής επίθεσης Ελληνοκύπριας εναντίον αλλοδαπής, σε χώρο στάθμευσης στη Λάρνακα. Η ιστορία αποτυπώθηκε στη μνήμη των πολιτών με τη φράση «cow βυζί», παρά το γεγονός ότι δεν ήταν η πρώτη φορά που διαπράχθηκε ένα τέτοιο έγκλημα.

Στο διάστημα των τριών ετών που μεσολάβησαν από τότε μέχρι σήμερα, τα αντίστοιχα περιστατικά ρατσιστικής βίας κι επιθέσεων που αποτυπώθηκαν στον ηλεκτρονικό και έντυπο Τύπο, ήταν αμέτρητα, εκ των οποίων: Διευθυντής σχολείου έδιωξε μαθήτρια επειδή πήγε στο σχολείο με μαντήλα, ο Μητροπολίτης Μόρφου μας δίδαξε ότι οι γυναίκες που απολαμβάνουν το πρωκτικό σεξ γεννούν ομοφυλόφιλα παιδιά.

Το πιο πρόσφατο περιστατικό καταγράφηκε στις 13 Ιουλίου 2022 σε δρόμο της Λάρνακας, όταν 43χρονος Ελληνοκύπριος φώναζε «είμαι στη χώρα μου και κάνω ό,τι θέλω», την ώρα που ξυλοκοπούσε 29χρονη από το Κονγκό, που είχε στην αγκαλιά το βρέφος της.

Μπορεί με μια πρώτη ματιά τα πιο πάνω περιστατικά να μοιάζουν ασύνδετα μεταξύ τους. Ωστόσο, έχουν ένα κοινό στοιχείο: πρόκειται για περιπτώσεις εγκλημάτων μίσους εναντίον μειονοτήτων, ανεξάρτητα από τη σοβαρότητα ή τη φύση του εκάστοτε περιστατικού.

Με αφορμή το πιο πρόσφατο γεγονός, το οποίο ενέχει στοιχεία ρατσισμού και ξενοφοβίας, το AlphaNews.Live ζήτησε από τον Δρα. Νίκο Τριμικλινιώτη, Καθηγητή Κοινωνιολογίας, Κοινωνικών Επιστημών και Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας και Διευθυντή του Κέντρου για τη Μετανάστευση, να σχολιάσει το περιστατικό, σε μία προσπάθεια να εντοπίσουμε τις αιτίες που προκαλούν τέτοιου είδους φαινόμενα. Κυρίως, όμως, για να εξετάσουμε  τα βήματα που πρέπει να γίνουν για να εξαλειφθούν παρόμοιες συμπεριφορές.

Ξυλοδαρμός στη Λάρνακα: ρατσιστική ή έμφυλη βία;
Σύμφωνα με τον κ. Τριμικλινιώτη, το περιστατικό με τον 43χρονο συνδυάζει στοιχεία, τόσο ρατσιστικής, όσο και έμφυλης βίας.

«Από το περιστατικό που παρακολουθήσαμε, συνάγεται ότι η αντίληψη «είμαι στη χώρα μου και κάνω ό,τι θέλω», εμπεριέχει στοιχεία έμφυλης και ρατσιστικής βίας».

Μιλώντας ειδικότερα για το ρατσισμό, ανέφερε ότι είναι ένα σοβαρότατο πρόβλημα που καταγράφεται γενικότερα στην κυπριακή κοινωνία, αφού ο εν λόγω ξυλοδαρμός δεν αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό, αλλά υπάρχουν κι άλλα περιστατικά που υποδεικνύουν ότι το ζήτημα είναι βαθύτερο. Ο ρατσισμός, είπε, θα πρέπει να εξετάζεται ως φαινόμενο.

«Γιατί δεν αντιμετωπίζεται το φαινόμενο;»
Την ίδια ώρα, παρόλο που ο ρατσισμός είναι διάχυτος στην κοινωνία, ο Δρ. Τριμικλινιώτης θεωρεί πιο σημαντικό να εξετάσουμε τους λόγους που η παθογένεια αυτή δεν αντιμετωπίζεται, με αποτέλεσμα να διαιωνίζεται, επισημαίνοντας ότι το μερίδιο ευθύνης της πολιτείας είναι τεράστιο.

«Είναι εύκολο να πούμε ότι οι ρατσιστικές αντιλήψεις ή απόψεις είναι ευρέως διαδεδομένες. Ο ρατσισμός, όμως, δεν είναι μόνο θέμα αντιλήψεων. Είναι μεγάλο το λάθος που γίνεται στις διάφορες προσεγγίσεις. Η ουσία εντοπίζεται όταν κάποιες αντιλήψεις που περιέχουν το στοιχείο της προκατάληψης, της υποτίμησης ή της υποβάθμισης, μετουσιώνονται σε πράξη κι υπάρχουν αποδέκτες. Αυτός είναι ο χαρακτήρας του φαινομένου».

Η πολιτεία έχει ευθύνη. Κι αυτή η ευθύνη προκύπτει μέσα από τη διαιώνιση της ρητορικής μίσους στο δημόσιο λόγο, ιδίως όταν αυτός ο λόγος προέρχεται από υψηλά ιστάμενα πρόσωπα, τα οποία, επί της ουσίας, νομιμοποιούν την έκφραση μίσους.

«Δε φταίει για όλα η παιδεία»
Ερωτηθείς σχετικά, ο Δρ. Τριμικλινιώτης, αν και παραδέχθηκε ότι η παιδεία αποτελεί τεράστιο πρόβλημα, εντούτοις υπέδειξε ότι το να ισχυριζόμαστε ότι όλα είναι θέμα παιδείας, είναι η εύκολη λύση. 

«Δεν έχουμε να κάνουμε με την παιδεία γενικά και αόριστα. Το πρόβλημα έγκειται στο ότι δεν αντιμετωπίζουμε το φαινόμενο ως φαινόμενο σε ολόκληρη την κοινωνία και, κυρίως, στις περιπτώσεις που τα δημόσια πρόσωπα, μέσα από τις τοποθετήσεις τους, δημιουργούν αυτό το κλίμα. Αυτό είναι κάτι που καταγράφεται σε διεθνείς εκθέσεις. Είναι διάχυτο το θέμα του ρατσιστικού λόγου».

Ακόμη και στην περίπτωση της παιδείας, ο Νίκος Τριμικλινιώτης διαπιστώνει ολιγωρία για λήψη μέτρων. Όπως είπε, δεν υπάρχουν πολιτικές για αντιμετώπιση της ρατσιστικής βίας στα σχολεία, αφού ρατσισμός δεν υφίσταται μόνο ανάμεσα στα παιδιά, αλλά και στους καθηγητές. Υπογράμμισε δε, ότι πρόκειται για καταγεγραμμένα περιστατικά βίας από εκπαιδευτικούς.

Οι επιπτώσεις της πανδημίας
Εξάλλου, η πανδημία φαίνεται να έχει εντείνει το φαινόμενο ρατσιστικής βίας, χωρίς να ισχυριζόμαστε ότι το έχει προκαλέσει. Απαντώντας σε σχετική ερώτηση, ο Δρ. Τριμικλινιώτης είπε ότι η πανδημία λειτούργησε ως μεγεθυντικός φακός, επιτρέποντάς μας να δούμε φαινόμενα που προϋπήρχαν.

«Η πανδημία επιδείνωσε πολλά φαινόμενα, όπως οι ανισότητες και οι διακρίσεις. Μας έδωσε την ευκαιρία να δούμε πού βρίσκονται διάφορες κοινωνικές κατηγορίες και ομάδες. Αυτό που φαίνεται ξεκάθαρα είναι ότι η πανδημία, ώθησε περισσότερο στο περιθώριο τις ομάδες που ήταν ήδη περιθωριοποιημένες».

Ο κ. Τριμικλινιώτης επέστησε, παράλληλα, την προσοχή, λέγοντας ότι δεν πρέπει να χάσουμε την πραγματική εικόνα του ζητήματος, αφού, όπως είπε, ήδη υπήρχε μία κοινωνική δομή στην οποία το πιο χαμηλό υπόστρωμα των εργατικών μαζών, ήταν οι μετανάστες.

Είναι αρκετό τα βίντεο να γίνονται viral;
Συνχά, τέτοιας φύσεως περιστατικά γίνονται γνωστά από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και μόνο αν τύχει κάποιος περαστικός ή εμπλεκόμενος στο επεισόδιο να τα βιντεογραφήσει. Ωστόσο, όπως ανέφερε ο κ. Τριμικλινιώτης, παρόλο που οι δημόσιες φραστικές καταδίκες είναι σημαντικές, αφού βοηθούν ώστε να δοθεί το μήνυμα ότι υπάρχουν αντιστάσεις στην κοινωνία, θα πρέπει να υπάρχει κι η ανάλογη κινητοποίηση από τις Αρχές.

«Η Αστυνομία καθυστέρησε, θα μπορούσε να τον είχε συλλάβει αμέσως. Μόνο όταν έγινε viral το περιστατικό, λόγω των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, είχαμε σύλληψη και καταδίκη».

Η καταδίκη δεν επιλύει το πρόβλημα
Η καταδίκη, ωστόσο, δεν αποτελεί τη λύση του προβλήματος. Παρόλο που είναι σημαντική, διότι κατ’ αυτόν τον τρόπο δίνεται ορατότητα σ’ ένα περιστατικό και κατά συνέπεια σ’ ένα φαινόμενο, δεν αντιμετωπίζεται η ρίζα. 

Η ουσία, σύμφωνα με τον κ. Τριμικλινιώτη, είναι ο εκάστοτε άνθρωπος που προβαίνει σε εγκλήματα μίσους, να καταλάβει ότι οι συμπεριφορές αυτές δεν είναι αποδεκτές από το κράτος. Πρέπει, είπε, να ληφθούν μέτρα που να αποδεικνύουν ότι υπάρχει μηδενική ανοχή από το κράτος και οι υπαίτιοι λογοδοτούν.

«Πρέπει να βελτιωθεί το όλο σύστημα λογοδοσίας και να υπάρχουν αποτρεπτικές ποινές. Δεν έχει πάει κανένας φυλακή για ρατσιστική επίθεση. Πρέπει να ληφθούν σοβαρότατα μέτρα, γιατί το πρόβλημα θα χειροτερεύσει».

Επιστήμονες, ακαδημαϊκοί, πολιτικοί και αρμόδιοι αναγνωρίζουν, πλέον, το φαινόμενο του ρατσισμού στην κυπριακή κοινωνία. Προτείνουν αποσπασματικές λύσεις, ψηφίζουν ημίμετρα και αναζητούν τη «χρυσή» τομή μεταξύ μικρού πολιτικού κόστους και εύηχων συνθημάτων.

Δυστυχώς, όμως, ο ρατσισμός δεν εκφράζεται μόνο με ρητορική μίσους, που και αυτή είναι σε κάθε περίπτωση καταδικαστέα. Αποδεικνύεται ότι οπλίζει τα χέρια εγκληματιών, οι οποίοι νομιμοποιούν τις πράξεις τους λέγοντας με ευκολία ότι «είναι στη χώρα τους και κάνουν ό,τι θέλουν». Η οποία χώρα τους, διέπεται από Νόμους και κανόνες που ισχύουν για όλους, ημεδαπούς και αλλοδαπούς. Η οποία χώρα τους, δεν χρειάζεται υπερασπιστές, αλλά οφείλει να υπερασπίζεται ισότιμα, ισάξια και δίκαια όλους, όσοι διαβιούν στα σύνορά της.