Το Ανώτατο απέρριψε αίτηση ακύρωσης εντάλματος έρευνας σε υπόθεση κανναβιδιόλης

Παρασκευή, 17/9/2021 - 12:59
Μικρογραφία

Το Ανώτατο απέρριψε αίτηση για ακύρωση εντάλματος έρευνας της οικίας υπόπτου σε υπόθεση που αφορά τη διερεύνηση εισαγωγής και πώλησης σκευασμάτων που περιέχουν την φαρμακευτική ουσία κανναβιδιόλη για την οποία δεν έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας στην Κυπριακή Δημοκρατία.

Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την απόφαση του Ανωτάτου, ημερομηνίας 13 Σεπτεμβρίου, η έκδοση του υπό αναφορά εντάλματος στηρίχθηκε στα γεγονότα που περιβάλλουν την ένορκη δήλωση της Αστυνομίας, η οποία τέθηκε ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστή.

Σύμφωνα με‌ αυτή, «λήφθηκε πληροφορία ότι σε συγκεκριμένο διαδικτυακό κατάστημα διατίθενται προς πώληση διάφορα σκευάσματα, που περιέχουν τη φαρμακευτική ουσία κανναβιδιόλη (cbd), για την οποία δεν έχει εκδοθεί άδεια κυκλοφορίας στην Κυπριακή Δημοκρατία». Η εν λόγω ουσία, αναφέρεται, «θεωρείται φαρμακευτική και απαιτείται άδεια κυκλοφορίας των σκευασμάτων/προϊόντων που την περιέχουν».

Προς διερεύνηση της πληροφορίας διενεργήθηκαν εξετάσεις και επιβεβαιώθηκε ότι η υπό αναφορά ιστοσελίδα πράγματι προσφέρει προς πώληση πληθώρα προϊόντων που περιέχουν την  αναφερόμενη φαρμακευτική ουσία.

Επίσης, όπως διαπιστώθηκε ότι αναφέρεται στην πιο πάνω ιστοσελίδα, τα δικαιώματα κατέχει συγκεκριμένη εταιρεία.

Στις 26.5.2021, καταγγέλθηκε στην Αστυνομία από τις Φαρμακευτικές Υπηρεσίες ότι στις 26.4.2021 η εταιρεία προέβηκε σε παράνομη εισαγωγή μεγάλης ποσότητας μη αδειοδοτημένων φαρμακευτικών προϊόντων από το Ηνωμένο Βασίλειο. Επιπρόσθετα, πάντα σύμφωνα με την ένορκο δήλωση που είχε ενώπιόν του το‌ πρωτόδικο Δικαστήριο, η εταιρεία δεν διαθέτει άδεια εισαγωγής φαρμακευτικών προϊόντων από τρίτες χώρες.

Τα υπό αναφορά φαρμακευτικά προϊόντα, τα οποία εισήχθηκαν παράνομα, κατασχέθηκαν από τις Τελωνειακές Αρχές.

Στις 7.7.2021, συνεχίζει η απόφαση, οι Φαρμακευτικές Υπηρεσίες κατήγγειλαν στην Αστυνομία ότι την ίδια μέρα ο Αιτητής, ο οποίος επίσης δεν διαθέτει άδεια εισαγωγής φαρμακευτικών προϊόντων από τρίτες χώρες, προέβηκε σε παράνομη εισαγωγή μεγάλης ποσότητας μη αδειοδοτημένων φαρμακευτικών προϊόντων, και πάλι από το Ηνωμένο Βασίλειο.

Το σχετικό τιμολόγιο, προστίθεται, επιβεβαίωνε ως παραλήπτη των εμπορευμάτων τον Αιτητή με αναφορά και στη διεύθυνσή του. 

Όπως και σε σχέση με την εισαγωγή ημερομηνίας 26.4.2021, έτσι και με αυτή της 7.7.2021, τα φαρμακευτικά προϊόντα κατασχέθηκαν από τις Τελωνειακές Αρχές.

Μεταγενέστερα, συνεχίζει η απόφαση, στις 11.7.2021, «έγινε ξανά έλεγχος στην προαναφερθείσα ιστοσελίδα και διαπιστώθηκε ότι εξακολουθεί να προσφέρει προς πώληση πληθώρα προϊόντων που περιέχουν την επίδικη φαρμακευτική ουσία».  

Όπως ήδη λέχθηκε, στη βάση των πιο πάνω γεγονότων, αναφέρεται, «το πρωτόδικο Δικαστήριο ικανοποίησε το αίτημα προς έκδοση εντάλματος έρευνας της οικίας του Αιτητή, προς αναζήτηση, εντοπισμό και κατάσχεση φαρμακευτικών προϊόντων για τα οποία δεν εκδόθηκε άδεια κυκλοφορίας και εισήχθησαν παράνομα στη Δημοκρατία, ως επίσης και άλλων τεκμηρίων
που σχετίζονται με την παρούσα υπόθεση (τιμολόγια, έντυπα παραγγελιών, σημειώσεις κλπ), καθώς επίσης χρημάτων ή και
άλλης περιουσίας που προέρχονται από τις αναφερόμενες παράνομες πωλήσεις φαρμακευτικών προϊόντων».  

Η έκδοση του υπό συζήτηση εντάλματος έρευνας, συνιστά και το αντικείμενο της υπό κρίση αίτησης, μέσω της οποίας
επιδιώκεται η άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώρηση αίτησης δια κλήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος
Certiorari για ακύρωσή του.

Προστίθεται ότι «προβάλλεται η εισήγηση ότι το εκδώσαν το ένταλμα Δικαστήριο  στερείτο δικαιοδοσίας, αφού από αυτό απουσίαζε αναφορά στη νομική βάση έκδοσής του, περαιτέρω ότι τα ενώπιον του Δικαστηρίου στοιχεία ήταν γενικά και αόριστα σε βαθμό που δεν δημιουργούσαν "εύλογη υποψία" και ότι δεν δικαιολογείτο, εν πάση περιπτώσει, η αναγκαιότητα εκδόσεως εντάλματος έρευνας, αφού τα επίδικα προϊόντα είχαν ήδη κατασχεθεί και βρίσκονταν στην κατοχή των αρμοδίων αρχών».  

Σύμφωνα με το Ανώτατο, «τα γεγονότα που κάλυπτε ο όρκος δικαιολογούσαν, λογικά, τη δυνατότητα έκδοσης του εντάλματος έρευνας. Δεν διαπιστώνεται γενικότητα και αοριστία στην ένορκο δήλωση που αποτέλεσε το θεμέλιο του αιτήματος της Αστυνομίας».

Αντιθέτως, σημειώνεται, «καταγράφεται με ευκρίνεια η, κατ΄ ισχυρισμό, παράνομη συμπεριφορά, η συσχέτιση του Αιτητή με τα αδικήματα που του αποδίδονται, ο συσχετισμός των γεγονότων με τις προβλεπόμενες νομοθετικές διατάξεις, καθώς επίσης και η σύνδεση του επίδικου υποστατικού με το ενδεχόμενο ανεύρεσης τεκμηρίων που σχετίζονται με τα υπό διερεύνηση αδικήματα».

«Υπό τις συνθήκες, όπως περιγράφονται στον όρκο, ο χώρος διαμονής του Αιτητή συναρτάται λογικά με τεκμήρια που
συνδέονται με την αποδιδόμενη σε αυτόν έκνομη συμπεριφορά και με το ενδεχόμενο ανεύρεσής τους», αναφέρεται.  

Σε ό,τι αφορά τον ισχυρισμό περί μη αναγκαιότητας έκδοσης εντάλματος έρευνας, δεδομένης της κατάσχεσης από τις
Τελωνειακές Αρχές, σε δύο περιπτώσεις, των παρανόμως εισαχθέντων, μη αδειοδοτημένων, φαρμακευτικών προϊόντων, το Ανώτατο επισημαίνει ότι «είναι αρκετό να υπομνησθεί, όπως στον όρκο εντοπίζεται, η συνέχιση των ερευνών της Αστυνομίας με βάση την κατ΄ εξακολούθηση, μεταγενέστερα, της προσφοράς προς πώληση πληθώρας προϊόντων που περιέχουν την παράνομη φαρμακευτική ουσία από το ίδιο διαδικτυακό κατάστημα».

Συνεπώς, καταλήγει το Ανώτατο, «και με δεδομένα τα όσα προηγήθηκαν, συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις και προέκυπτε ως αδήριτη ανάγκη η έκδοση εντάλματος έρευνας για υποβοήθηση του έργου διερεύνησης των σοβαρής μορφής αδικημάτων που αποδίδονται στον Αιτητή».  

Πηγή
ΚΥΠΕ