47 χρόνια τουρκική εισβολή, 2 χρόνια από την εισβολή του κορωνοϊού

Τρίτη, 20/7/2021 - 11:42
Μόνικα Κουρουφέξη
Δημοσιογράφος

47 μαύρα χρόνια με τις θύμισες όλων όσων αγωνίστηκαν για τα ιδανικά της πατρίδας μας να είναι πιο ζωντανές από ποτέ. Πάλεψαν, πόνεσαν, δολοφονήθηκαν. Έχασαν οικογένειες, φίλους, συγγενείς,  σπίτια και χωράφια. Ξεριζώθηκαν εν μια νυκτί. Μάζεψαν πρόχειρα ότι πρόλαβαν και αποχαιρέτησαν τις ζωές τους. Πίστεψαν ότι θα ήταν προσωρινός ο αποχαιρετισμός. Πίστεψαν ότι πάλεψαν για εμάς. Που θα ερχόμασταν. Που είχαμε δικαίωμα σε ένα καλύτερο αύριο. Σε έναν πιο ασφαλή κόσμο.

47 χρόνια μετά λοιπόν, και οι νέες γενιές καλούμαστε να πολεμήσουμε. Αυτή την φορά Έναν αόρατο εχθρό. Έναν εχθρό που μας είπαν ότι για να τον νικήσουμε πρέπει να πλένουμε τα χέρια μας, να κρατάμε αποστάσεις, να εμβολιαστούμε με κάτι εμβόλια τεχνολογίας που αναπτύσσονταν για δεκαετίες αλλά οι επιστήμονες τα κρατούσαν για κάτι μεγάλο. Ίσως για την καταπολέμηση του καρκίνου, ποιος ξέρει αλήθεια.

Μας κάλεσαν να γίνουμε αγωνιστές από τον καναπέ μας. Στην αρχή μας φάνηκε διασκεδαστικό. Κάναμε σπίτι γυμναστική, μαγειρέψαμε, είδαμε ταινίες, φτιάξαμε ντουλάπες και κήπους. Μετά μάθαμε καινούριες πλατφόρμες επικοινωνίας και οργανώναμε μικρές διαδικτυακές συνάξεις με οικογένεια και φίλους. Καταναλώσαμε μεγάλες ποσότητες αλκοόλ, αλλά ήταν μια ευκαιρία ρε αδερφέ, να χαλαρώσουμε λίγο. Το αξίζαμε. Μετά μας έπιασε μια καταναλωτική μανία για αγορές. Από σουπερμάρκετ μέχρι ρούχα και έπιπλα αγοράσαμε διαδικτυακά. Τι ωραία ευκολία! Να μπορείς παραγγείλεις ντομάτες και αγγούρια  από τον καναπέ σου. Ευχηθήκαμε αυτή η θεαματική μετεξέλιξη της καθημερινότητας μας με την βοήθεια της τεχνολογίας να κρατηθεί και μετά το πέρας της πανδημίας.

Της πανδημίας. Στο μεταξύ, αρχίσαμε να δυσανασχετούμε. Περάσαμε ήδη το Πάσχα και τα Χριστούγεννα στο σπίτι. Τα μωρά άρχισαν να μην αντέχουν. Έπρεπε η πανδημία να τελειώνει για να μπορούν να επιστρέψουν όλοι στην κανονικότητα τους.

Τα νοσοκομεία άρχισαν να ασφυκτιούν και κάθε μέρα μαζί με τις νέες μολύνσεις να ανακοινώνονται και νεκροί. Κάπου εκεί αρχίσαμε να σκεφτόμαστε την γιαγιά και τον παππού. Τι θα γινόταν αν στο επόμενο τεστ ήταν θετικοί;

Τότε άρχισαν δειλά δειλά οι αντιδράσεις. Είναι όλα φτιαχτά. Είναι; Είναι όλα ψέματα. Είναι; Είναι η πανδημία Συνομωσία για να λυθεί το συνταξιοδοτικό πρόβλημα του πλανήτη; Είναι; Θέλουν απλά να μας εμβολιάσουν με ένα τσιπ για να ξέρει ο θείος Μπιλ από το Αμέρικα πότε πήγαμε στο μολ και ποτέ στις Φοινικούδες για ψάρι;

Και ο λαός άρχισε να διχάζεται. Σε αυτούς που επέμεναν να ακούν τους επιστήμονες και σε αυτούς που ακόμα επιμένουν να διαβάζουν αυτά που τους βολεύει να διαβάζουν.

Ήταν Παρασκευή βράδυ και ήμουν ακόμα στην δουλειά όταν χτύπησε το τηλέφωνο μου. Η ξαδέρφη μου με ενημέρωνε ότι πέρασαν αρκετές ώρες από την τελευταία φορά που κάλεσε ασθενοφόρο για να παραλάβει τον πατέρα της, τον θείο μου, και το αδερφό της, τον ξάδερφο μου, θετικοί και οι δυο στον ιο. Παρουσίασαν και οι δυο έντονη συμπτωματολογία και κρίθηκε απαραίτητο να τους δει γιατρός. Μετά από καναδυό τηλεφωνήματα κατάλαβα γιατί δεν πήγαινε ασθενοφόρο. Γιατί δεν υπήρχε θέση. Γιατί τα ασθενοφόρα ήταν όλα κατειλημμένα, φορτωμένα θετικούς στον ιό πολίτες, σταθμευμένα έξω από τις πρώτες βοήθειες και περίμεναν. Περίμεναν τους ανθρώπους με τις άσπρες και μπλε στολές να τους μεταφέρουν για αξονικό και άλλες εξετάσεις που θα φανέρωναν την αλήθεια της υγείας τους. Ίσως μετά να γινόταν η διαλογή τους ή στο νοσοκομείο Λευκωσίας σε κάποιο θάλαμο κοβιτ ή στο νοσοκομείο αναφοράς.

Την ίδια ώρα, οι φωνές για ψέματα, φτιαχτές ειδήσεις και κατασκευασμένο ιο πλήθυναν. Οι συγγενείς των θετικών στον ιό και των νεκρών προσπαθούν να διαχειριστούν τα συναισθήματα που δεν ξέρουν που να γείρουν.

Μερικές μέρες μετά ήρθαν τα κακά μαντάτα. Ο δικός μας άνθρωπος δεν τα κατάφερε. Η κηδεία έγινε υπό το φως των αυστηρών περιοριστικών μέτρων. 10 άτομα στην εκκλησία. Μερικοί άλλοι θαρραλέοι έξω στο προαύλιο, κρατώντας αποστάσεις. Η οικογένεια του νεκρού δεν μπόρεσε ποτέ να τον αποχαιρετήσει. Δεν μπόρεσε να του κρατήσει το χέρι και να του πει να μην ανησυχεί και ότι όλα θα πάνε καλά. Άσχετος αν ήξερε ότι δεν θα πήγαιναν όλα καλά. Ακόμα και τότε, κάποιες γλώσσες έκαναν λόγο για ψέματα. Σύμφωνα με πολλούς η αιτία θανάτου πολλών - όχι μόνο του δικού μας ανθρώπου- δεν ήταν ο κορωνοϊος αλλά άλλα υποκείμενα νοσήματα. Πόσο αστείο και τραγικό την ίδια στιγμή. Σε κανέναν δεν αξίζει τέτοιος θάνατος.

Μερικούς μήνες μετά, έφτασε και η ώρα του εμβολίου. Το περιμέναμε πως και πως. Όχι όλοι προφανώς αλλά ένα μεγάλο μερίδιο. Και είχαμε ελπίδα ότι θα μας σώσει. Και μπορεί να μας σώσει. Φτάνει να το αξιοποιήσουμε.

Η διάσπαση του κόσμου ακόμα μεγαλύτερη. Μεσολάβησαν αλλά δυο λοκνταουν, περίπου 300 νεκροί, χιλιάδες άνθρωποι σε αυτοπεριορισμό. Μεσολάβησε οικονομική καταστροφή για χιλιάδες επιχειρηματίες. Τα κυβερνητικά ταμεία στέρεψαν. Τα επιδόματα δεν σταμάτησαν. Η παιδεία παρέλυσε. Η τηλεκπαίδευση δεν κατάφερε ποτέ να βρει τον δρόμο της. Τα παιδιά μπερδεύτηκαν. Έχασαν το χαμόγελο και την ενέργεια τους. Το τέλος ακόμα φαντάζει όνειρο. Ίσως και απατηλό.

Μας κάλεσαν να εμβολιαστούμε και ριχτήκαμε στην μάχη της πύλης εμβολιασμού. Και εδώ γελάσαμε. Αλλά εδώ εκνευριστήκαμε κιόλας γιατί ο χρονος ήταν για άλλη μια φορά εχθρός μας. Καθημερινά ηλικιακές ομάδες έτρεχαν να διεκδικήσουν ένα εμβόλιο από τα «καλά» όμως, όχι από εκείνα που προκαλούν θρομβώσεις. Και ας μην γνωρίζαμε μέχρι εκείνη την μέρα τι πάει να πει θρόμβωση. Και ας καπνίζουμε από ένα πακέτο τσιγάρα την ημέρα. Και ας καταναλώνουμε πλούσιες μερίδες τζανκ φουντ δυο τρεις φορές την βδομάδα. Και ας έχουμε όλοι στο σπίτι μας από ένα κουτί φαρμακείο που με το παραμικρό το ανοίγουμε και κατεβάζουμε αντιβιώσεις και χαπάκια σαν καραμέλες. Μάλιστα δίνουμε και συμβουλές σε άλλους για το τι φάρμακα να πάρουν για να αναρρώσουν άμεσα. Και ας μην πήγαμε ποτέ στην ιατρική σχολή. Δεν χρειάζεται εξάλλου. Είμαστε λαός «που ξέρει», «που έχω έναν γνωστό» και «μου ξανάτυχε».

Άρχισαν οι πρώτες αναφορές. Πόνος στο χέρι - μήπως είναι το τσιπ- , λίγος πυρετός, δυο τρεις ώρες ρίγος. Εντάξει είπαμε, και προσπαθήσαμε να καθησυχάσουμε όσους τους κατέβαλε ο φόβος. Μα δεν έχει έγκριση είπαν. Μα δεν έγιναν έρευνες και πειράματα είπαν. Όλος ο πλανήτης στην αβεβαιότητα, όλος ο πλανήτης με ένα εμβόλιο στο χέρι. Οι επιστήμονες άρχισαν έναν μαραθώνιο εξηγήσεων. Από όλα τα εμβόλια είπαν, κάποιοι θα επηρεαστούν. Κάποιοι θα χάσουν την ζωή τους. Κάποιοι θα έχουν παρενέργειες. Είναι φυσιολογικό είπαν. Τα πλεονεκτήματα και αυτοί που θα νοσήσουν αλλά δεν θα χάσουν την μάχη είναι περισσότεροι. Όχι, ο λαός ζήτησε το αιώνιο εμβόλιο. Αυτό για το οποίο κυβερνήσεις και επιστήμονες θα υπογράψουν ότι είναι το ασφαλέστερο. Δεν υπάρχει μάτια μου τέτοιο εμβόλιο, είπαν. Πουθενά στον κόσμο.

Πριν από μερικές μέρες η οικογένεια της Νικολέτας στην Πάφο καταδικάστηκε να ζει πλέον μόνο με την ανάμνηση της 25χονης κοπελιάς. Από τα 16 της πάλεψε θαρραλέα με την λευχαιμία. Αλλά δεν ήταν ίση η μάχη. Βλέπετε η λευχαιμία είχε κάνει κατάληψη στο σώμα της. Και η Νικολέτας δεν είχε την επιλογή να κάνει εμβόλιο. Η επιστήμη όμως πιστεύει ότι σύντομα θα έχει. Γιατί το mRNA εμβόλιο που σήμερα σου δίνει την δυνατότητα η ιατρική κοινότητα να κάνεις για τον κορωνοϊο, αυτή ακριβώς η τεχνολογία προοριζόταν για κάτι μεγάλο. Για την καταπολέμηση του καρκίνου, της λευχαιμίας. Η Νικολέτα δεν πρόλαβε. Εσύ όμως μπορείς να προλάβεις τα χειρότερα.

Ούτε ο μόλις 7 χρονών Ζαχαρίας πρόλαβε το εμβόλιο. Εφτά. Πόσο τραγικό αλήθεια, να χάνονται ζωές με αυτό τον βάρβαρο τρόπο. Μόνο αν είχε εμβόλιο, η φωνή του θα γέμιζε την τάξη του και τα βήματα του, θα έτρεχαν γρήγορα στο γήπεδο. Ίσως μια μέρα, έβαζε και κάποιο γκολ.

Σχεδόν δυο χρόνια μετά όλοι έχουμε διαμορφώσει άποψη. Ο κάθε ένας αυτήν που τον βολεύει. Αυτήν που κλειδώνει με το μυαλό του και την ζωή του και τα θέλω του και τα μπορώ του. Σχεδόν δυο χρόνια μετά, έχουμε όλοι κουραστεί. Θέλουμε ξανά την ζωή μας πίσω. Τις ελευθερίες μας. Τα απλά και καθημερινά.

Ο εχθρός όμως δεν είναι πλέον αόρατος. Είναι ορατός και πιο δυνατός από ποτέ. Και έχει όνομα. Και είναι παντού. Και πλέον μεταλλάσσεται, αλλάζει μορφές και μας επιτίθεται πιο δυνατά. Και εμείς έχουμε τα όπλα για τον καταπολεμήσουμε. Έχουμε την δύναμη. Ας το πράξουμε. Για να έχουμε δικαίωμα να ελπίζουμε για ένα καλύτερο και γεμάτο υγεία αύριο.

Αδέρφια μου αλήτες πουλιά, που έλεγε και ο σπουδαίος τραγουδοποιός Τόλης, κάντε το καθήκον σας. Άστε τους επιστήμονες να αποφασίσουν τι είναι καλό ή κακό και ακολουθήστε τις οδηγίες τους. Ξόδεψαν χρόνια και χρόνια σε ένα χημείο, σε ένα εργαστήριο, σε κάποια βιβλιοθήκη στο πανεπιστήμιο για να είναι σε θέση να μας καθοδηγούν. Μην τους αμφισβητείς. Είναι απλό.